Παρασκευή 31 Μαΐου 2013

Ο Librofilo γράφει για την "Έλλη"

Παρασκευή, Μαΐου 31, 2013
posted by Librofilo at Παρασκευή, Μαΐου 31, 2013 | Permalink
Το μυστικό της Έλλης


Το «Αθηναϊκό» μυθιστόρημα του Θεόδωρου Γρηγοριάδη (Παλαιοχώρι Παγγαίου,1956), με τίτλο «Το μυστικό της Έλλης», (εκδ. Πατάκη, σελ.272) μπορεί ν’αρέσει, μπορεί και όχι, αδιάφορο πάντως δεν μπορεί ν’αφήσει κανέναν, διότι μέσα από μια (φαινομενικά) «ανορθόδοξη» ιστορία που περιγράφει, τον έρωτα μιας μεγαλύτερης γυναίκας με έναν νεότερο άντρα, ο ικανότατος και έμπειρος συγγραφέας περνάει καταστάσεις και συναισθήματα με εξαιρετικό, λεπτοδουλεμένο ύφος, αγγίζοντας συναισθηματικά - και χωρίς να εκβιάσει με ευκολίες – τον κάθε αναγνώστη.

Το σκηνικό είναι οι γειτονιές του Ρουφ και του Βοτανικού, περιοχές που συνυπάρχουν το «μοδάτο διαμέρισμα» με την καλύβα του οικονομικού μετανάστη, και όπου στο Γκάζι και γύρω από αυτό, τα μπαράκια και οι ταβέρνες εξαπλώνονται βάζοντας τα τραπεζοκαθίσματα μέσα στα πάρκινγκ των πολυκατοικιών ή κλείνοντας τα μικρά δρομάκια, ενώ οι μουσικές δεν αφήνουν κανέναν να ηρεμήσει.
Μια τυχαία συνάντηση δυο «ανθρώπων της διπλανής πόρτας» (όπως συνηθίσαμε πλέον να τους αποκαλούμε), στη λαϊκή αγορά, θα αλλάξει τις ζωές τους για πάντα. Η πενηντάχρονη καθηγήτρια Γαλλικών, Έλλη υποκύπτει στην ιδιότυπη πολιορκία του τριαντάχρονου Αντώνη που την παρακολουθεί να αγοράζει ψάρια. Της ζητάει να του κάνει το τραπέζι τηγανίζοντάς τα, διότι η σύζυγός του αρνείται πεισματικά να κάνει κάτι τέτοιο. Το αρχικό σοκ της Έλλης, από το τολμηρό και «άκομψο» αίτημα του άγνωστου άντρα, διαδέχεται η περιέργεια και η (εγγενής) διάθεση για προσφορά. Όταν όμως ο Αντώνης με το που μπαίνει στο χαριτωμένο και κουκλίστικο διαμέρισμα της μεσήλικης γυναίκας, βγάζει τα παπούτσια του και κυκλοφορεί άνετος και χαλαρός, η Έλλη αντιλαμβάνεται ότι από αυτόν τον τύπο «δεν γλυτώνει εύκολα».

«Κάτι κλοτσούσε ακόμη μέσα της. Ξεβολευόταν. Μια ομαδική φωνή γυναικών με κορυφαίες τη Λουκία, την Πόπη, τη Χρύσα, την κυρία Σταμπούλη. Πίσω τους δεκάδες καθηγήτριες, γνωστές φιλότεχνες, γυναίκες μόνες, σαραντάρες, σαρανταπεντάρες, πενηντάρες, πενήντα κάτι – ως εδώ – στη δική μου επικράτεια.
Στριμωγμένες σε σπίτια, στο μετρό, στα λεωφορεία, στα τραμ, χωρίς να τις περιλούζει κανένα φως, μόνες, πρέπει να δώσουν τη «μεσαία» μάχη της γυναίκας, την προτελευταία. Θυμόταν τη μάνα της στα εξήντα, να σβήνει, μια καλή κυρία, ανάγκη δεν είχε ως τότε κανέναν. Τη γιαγιά της. Οι γριές – αυτόνομες, αυτάρκεις. Πολλές γριές στον κόσμο, χήρες, μάνες, σκιάχτρα, συμβολικές, αρχετυπικές φιγούρες.
Όμως η πενηντάρα και κάτι – και πριν και μετά – γυναίκα μοιάζει με βάρκα αμολημένη στο πέλαγος. Ειδικά όταν δεν έχεις παιδιά για να ασχολείσαι, να φωνάζεις, να τα σπουδάζεις, να τα παντρεύεις. Αυτή η άχαρη μεσαία ηλικία είναι μια ανηφόρα. Καλύτερα να γίνεσαι γριά κατευθείαν. Ξέρεις καλά τον ρόλο σου, τον έχεις ξαναδεί, είσαι προετοιμασμένη γι’αυτόν. Όμως κανένας δεν σε προετοίμασε ούτε σε προειδοποίησε για τον ρόλο της μοναχικής – που πιστεύει ότι τα καταφέρνει ελέγχοντας τον κόσμο της και μέσα και έξω.»

Η Έλλη – μυθιστορηματική ηρωίδα μεγάλου βεληνεκούς – πορεύεται στη ζωή, μόνη «κατ’επιλογήν», ασχολείται με τα κοινά, είναι ευαισθητοποιημένη, διαβάζει, ενημερώνεται. Ο Αντώνης πρώην εργοδηγός, νυν άνεργος, βολεύεται με δουλειές του ποδαριού, έχει σύζυγο και μία κόρη. Της λέει ότι ζούν φτωχικά με τον μισθό της συζύγου του, η οποία (κατ'αυτόν) έχει ψυχολογικά προβλήματα και δουλεύει σε αλυσίδα ενός ταχυφαγείου την απογευματινή βάρδια, αναγκάσθηκαν δε –εκ των συνθηκών- να σταματήσουν την κόρη τους από τα μαθήματα ξένων γλωσσών που έκανε.

Η Έλλη προσφέρεται να βοηθήσει την μικρή με τα Γαλλικά της, και έτσι γνωρίζεται με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, μπαίνοντας (κανονικά πλέον) στη ζωή τους και καθώς υποκύπτει στο ερωτικό κάλεσμα του Αντώνη, ο οποίος την γοητεύει όλο και περισσότερο, φροντίζει να περιχαρακώσει το «μυστικό» της, κρατώντας τα πάντα για τον εαυτό της, φροντίζοντας να «θολώνει τα νερά» στην οικογένεια της (τον πατέρα και την αδερφή της), στις φίλες της. Όλοι έχουν κάτι μυριστεί ότι κάτι τρέχει στη ζωή της, αλλά εκείνη προτιμάει να «πειραματιστεί» και να βιώσει ολομόναχη αυτό το δυνατό συναίσθημα, με αξιοπρέπεια και ανεξαρτησία, συνεπής στη στάση ζωής που είχε από νέα επιλέξει, όπως είχε πει σε κάποιον στο παρελθόν που ήταν έτοιμος να χωρίσει για να ζήσουν μαζί: «Ούτε να το διανοηθείς, δε θέλω να ζήσω σαν όλους εκεί έξω. Μου φτάνει μια φέτα απ΄το ψωμί σας.»

Η οικονομική κρίση, διαχέεται στην ατμόσφαιρα του βιβλίου. Η Έλλη υποφέρει από μεγάλες μειώσεις στον μισθό της, ο πατέρας της στη σύνταξή του, η οικογένεια της αδερφής της έχει οικονομικά προβλήματα – όλοι μαζί θα πάρουν απόφαση να διαρρήξουν τη σχέση τους με το παρελθόν πουλώντας το σπίτι στο χωριό. Ο Αντώνης μένει χωρίς δουλειά, αναγκάζεται να κάνει μεροκάματα εκτός Αθηνών, η έλλειψη οικονομικών πόρων τους αναγκάζει να μεταναστεύσουν στην Αυστραλία όπου υπάρχουν συγγενείς. Η οικονομική κρίση που τους φέρνει κοντά, θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη σχέση των δύο ανθρώπων που με τον χρόνο πλησιάζουν όλο και περισσότερο ο ένας τον άλλον, που (μέσω αυτής της σχέσης) βγάζουν τα καλύτερα των συναισθημάτων τους, αλληλεγγύη, συμπόνοια, τρυφερότητα, αγάπη, ενδιαφέρον.

Ο Γρηγοριάδης κλείνει το μάτι στον αναγνώστη, βάζοντας την Έλλη να διαβάζει Ντυράς, μια συγγραφέα που θαυμάζει και η οποία έζησε μια πολύ τρυφερή ερωτική σχέση μέχρι τον θάνατό της με κάποιον πολύ νεότερό της. Όλη η ιστορία, όλο το μυθιστόρημα περνάει μέσα από την ματιά της Έλλης – η γραφή ως αόρατη κάμερα ακολουθεί συνεχώς την ηρωίδα, ο αναγνώστης παρακολουθεί μόνο την υποκειμενική θεώρηση της Έλλης, τα συναισθήματά της, τις μεταπτώσεις της, την καθημερινότητά της, πως αντιλαμβάνεται και πως βιώνει τη σχέση.
Με αυτόν τον τρόπο, που θυμίζει σινεμά του Αντονιόνι, έχουμε ένα εξαιρετικά ψυχογραφημένο και ήρεμο στην πλοκή του μυθιστόρημα, χωρίς εξάρσεις και κορυφώσεις και όπου το ωραίο φινάλε έρχεται φυσιολογικά χωρίς μελοδραματισμούς και συναισθηματικές εκπτώσεις.

«Το μυστικό της Έλλης», είναι ένα θαυμάσιο, σύγχρονο νεοελληνικό μυθιστόρημα, απλό αλλά πολύ ουσιαστικό, ευαίσθητο και μελαγχολικό, ζωντανό και οικείο, με εξαιρετική δομή και ανάπτυξη, το οποίο θίγει κοινωνικά και προσωπικά προβλήματα χωρίς να κραυγάζει και να καταγγέλει. Είναι ένα βιβλίο που «εισχωρεί» μέσα σου, ήρεμα και χαλαρά, ανεπιτήδευτα και πειστικά – μπορεί να χρησιμεύσει και ως λογοτεχνικό μάθημα σε νέους και επίδοξους συγγραφείς για το πώς κατασκευάζεις καλή λογοτεχνία χωρίς μπιχλιμπίδια και περικοκλάδες, χωρίς «κλαυθμούς και οδυρμούς».



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η κεφαλή του Απόλλωνα σε ανασκαφή στους Φιλίππους

Η κεφαλή αγάλματος του Απόλλωνα που βρέθηκε στην ανασκαφή στους Φιλίππους. Ένας τόπος που υπάρχει σχεδόν σε όλα τα "βορειοελλαδίτικα&qu...