Σκοτεινές φέτες ζωής
Κομμάτια για την ερωτική μοναξιά και την εσωτερική ή την εξωτερική περιπλάνηση
Σε τέσσερις ενότητες χωρίζει ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης τη δεύτερη συλλογή διηγημάτων του, η οποία, ας σημειωθεί, αποτελεί το ένατο πεζογραφικό βιβλίο του. Ο διαχωρισμός σχετίζεται, όπως διακριτικά μας προειδοποιεί και ο τίτλος του έργου, με έναν προσανατολισμό σε τόπους: τόπους απομακρυσμένους και περιφερειακούς («Χάρτης πρώτος: Επαρχίες και χωριά»), τόπους κεντρικούς και αστικούς («Χάρτης δεύτερος: Πόλεις και συνοικίες»), τόπους ξένους και, πιθανόν, εχθρικούς («Χάρτης τρίτος: ξενιτιές και ερημιές»), αλλά και τόπους εξωχρονικούς και φανταστικούς («Χάρτης τέταρτος: Ουτοπίες - δυστοπίες»). Και στις τέσσερις κατηγορίες τόπων διακρίνουμε με ευχέρεια τα μοτίβα τα οποία διαπερνούν την πεζογραφία του Γρηγοριάδη στο σύνολό της: την εσωτερική και την εξωτερική περιπλάνηση σε μια μοναχική τροχιά, η οποία αναζητεί μάλλον επί ματαίω το νόημά της, τις ελαφρώς περιθωριακές (κάποτε και καθαρώς απόβλητες) υπάρξεις, που μπορεί να καταβυθιστούν στο μηδέν από τη μία στιγμή στην άλλη, τις άγρυπνες έγνοιες μιας μάλλον αποκλίνουσας σεξουαλικότητας, που μοιάζει πολύ εξοικειωμένη με τις επιθυμίες και τα πάθη της, καθώς και τις συναφείς ερωτικές μεταμορφώσεις ή μεταμφιέσεις, που δείχνουν τη διχοστασία της ψυχής συνδυασμένη με τις αμφίστομες ορέξεις του σώματος.
Ολα τα διηγήματα που συναπαρτίζουν τη συλλογή του Γρηγοριάδη είναι εξαιρετικά σύντομα: σπανίως υπερβαίνουν τις τρεις ή τέσσερις σελίδες, ενώ κινούν με αστραπιαία ταχύτητα τον μύθο τους, κορυφώνοντας σχεδόν ακαριαία και την πλοκή τους. Η τεχνική αυτή δεν συνεπάγεται για τον συγγραφέα εμπόδια ή περιορισμούς στη χρήση του αφηγηματικού του χρόνου. Τα κομμάτια του μπορεί να αναφέρονται στην ελάχιστη διάρκεια ενός ενσταντανέ, αλλά και να ανοίγονται σε ένα σαφώς μεγαλύτερο και εκτενέστερο χρονικό βάθος, φέρνοντας στην επιφάνεια ολόκληρες φέτες ζωής. Κάτι ανάλογο θα έλεγα πως συμβαίνει και με τα αφηγηματικά πρόσωπα του βιβλίου: μπορεί, από τη μία πλευρά, να αποτελούν απλά ιχνογραφήματα ή σκιαγραφήματα, προβεβλημένα στο κοινωνικό ή στο ιδιωτικό τους περιβάλλον, χωρίς άλλες απαιτήσεις ή προϋποθέσεις, ενόσω δεν αποκλείεται, από την άλλη μεριά, να αποκαλύπτουν στερεότερους και πιο σφαιρικούς χαρακτήρες, όπως τους συναντάμε σε μιαν απολύτως κρίσιμη κατάσταση του βίου τους ή, λιγότερο φιλόδοξα, όπως τους παρακολουθούμε κατά τη διάρκεια μιας ιδιαίτερα αντιπροσωπευτικής φάσης της πορείας τους.
Απειλητική καθημερινότητα
Τι ακριβώς, όμως, γίνεται στα κείμενα τα οποία περιλαμβάνονται στους «Χάρτες»; Τον πρωταγωνιστικό ρόλο στις περισσότερες περιπτώσεις αναλαμβάνει, αν μπορώ να το πω έτσι, ο απειλητικός όγκος μιας σκοτεινής καθημερινότητας.
Γυναίκες που το κορμί τους παίρνει φωτιά με το παραμικρό, αλλά δεν είναι βέβαιες ως προς το τι πρέπει να κάνουν με αυτό και ως προς το πού οφείλουν να στρέψουν τη δύναμή τους, άντρες που ανακαλύπτουν με απόλυτη ηδονή τις σεξουαλικές τους ανάγκες και επιλογές, θηλυκά που μένουν εγκλωβισμένα στους πόθους τους, κουμαντάροντας με τεράστιες δυσκολίες τις ισορροπίες τους (όπως και κερδίζοντας σπάνια μιαν αίσθηση ελευθερίας και ικανοποίησης), αγόρια που ψάχνουν μετά μανίας μια στοιχειώδη τρυφερότητα και προστασία. Περιτριγυρισμένοι από το ανώνυμο πλήθος των μητροπόλεων, εξόριστοι στη σιωπή της επαρχίας, προσπαθώντας να επιβιώσουν μακριά από την πατρίδα ή από τον τόπο της γέννησής τους ή αφημένοι στα χέρια μιας άτεγκτης και ανεξέλεγκτης μοίρας, η οποία υπερβαίνει τη φυσική πραγματικότητα, οι ήρωες του Γρηγοριάδη μοιράζονται, όπως κι αν τους συγκρίνουμε ή τους συνυπολογίσουμε, τα ίδια πράγματα: έχουν έντονη ροπή προς την αυτοκτονία, κινδυνεύουν από τρομακτικές ασθένειες και παράξενα ατυχήματα, βλέπουν τα μικρά τους όνειρα να γίνονται στάχτη, υποχρεώνονται να συμβιβαστούν με τις πιο μουντές προοπτικές, τρομάζουν με τις ερωτικές τους ανοχές και επιδόσεις, συντρίβονται στα αδιέξοδα των περιστασιακών τους σχέσεων, ταξιδεύουν παραλογισμένοι στους δρόμους, κλείνονται πίσω από τα κάγκελα της φυλακής, αλλά και γνωρίζουν τρομακτικές διαψεύσεις ή τσαλαπατιούνται από τη φτώχεια και την ανέχεια.
Ενα από τα πλέον ενδιαφέροντα στοιχεία του βιβλίου του Γρηγοριάδη είναι η συνομιλία του με τη λογοτεχνία του φανταστικού, όπου παρεισδύει πάραυτα και η παράμετρος του υπερφυσικού ή του παραλόγου, η οποία έχει κάνει από πολύ παλιά την εμφάνισή της στη δουλειά του. Οι μεταναστευτικές εικόνες λειτουργούν επίσης πολύ αποτελεσματικά, όποτε ο συγγραφέας περνά σε ζητήματα σύγχρονης προσφυγιάς ή εξορίας, που, απ' ό,τι φαίνεται, τον απασχολούν όλο και συστηματικότερα. Καλύπτοντας όλο το ειδολογικό και θεματογραφικό φάσμα του βιβλίου, θα σημείωνα πως ανάμεσα στα ισχυρότερα κομμάτια του βιβλίου συγκαταλέγονται, για την αμεσότητα και την ευθυβολία τους, τα «Βάπτιση σε φυσικό τοπίο», «Θέκλα η κουνέλα», «Καυτό καλοκαίρι», «Δορυφορικό πιάτο», «Περούκα σε αντρική κεφαλή», «Μικρού μήκους», «Περιμένοντας τη νύφη μου», «Το νησί του Αείποτε» και «Αποκεφαλισμός».
Ασθενικός σπινθήρας
Αλλά θα χρειαστεί να προχωρήσουμε. Οι διάσπαρτες ιστορίες του Γρηγοριάδη είναι, για να κάνω μία αμιγώς τεχνική παρατήρηση, οι ιστορίες που ακούγονται στο εσωτερικό μιας διαρκώς μετακινούμενης ομάδας φίλων: χωρίς το εύρημα να είναι προβληματικό, δεν βλέπω να προσφέρει κάτι επί της ουσίας της σκηνοθεσίας, ενώ σχηματίζω την εντύπωση ότι εντέλει στέκει μάλλον απομονωμένο από τα υπόλοιπα δρώμενα. Συνεχίζοντας, θα συμπλήρωνα πως αν κατά καιρούς τα διηγήματα της συλλογής χάνουν εμφανώς τη δραστικότητά τους, τούτο έχει να κάνει με την προεπιλογή του μεγέθους τους: αναπτυγμένα σε τόσο μικρή έκταση, θα έπρεπε να βασιστούν σε έναν πολύ έντονο εσώτερο σπινθήρα προκειμένου να διεγείρουν, να συγκρατήσουν και να κατευθύνουν την προσοχή του αναγνώστη. Ενας τέτοιος, παρ' όλα αυτά, σπινθήρας, είτε απουσιάζει συχνά από τη δράση είτε είναι πολύ ασθενικός και έκκεντρος για να της προσδώσει τη ζητούμενη ένταση και πυκνότητα. Πολλά κομμάτια, επιπλέον, στους «Χάρτες» σκοντάφτουν στον υπόγειο μελοδραματισμό τους, που προδίδει απρόσμενα την κατά τ' άλλα παρακμιακή ατμόσφαιρα και πνοή τους. Αναπόφευκτο συμπέρασμα: αυστηρότερη επιλογή ή συμπύκνωση και αρκετά μικρότερος αριθμός κειμένων θα έδιναν σίγουρα στους «Χάρτες» έναν σαφώς πιο ολοκληρωμένο και απαιτητικό χαρακτήρα.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 07/12/2007
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου