ΟΥΙΛΙΑΜ ΤΡΕΒΟΡ
Οι εργένηδες των λόφων
(The Hill Bachelors)
Διηγήματα
Μετάφραση: Δέσποινα Παπαγρηγοράκη/Κατερίνα Παπαδημάτου/Μαίρη Σαρατσιώτη
Επιμέλεια-Επίμετρο: Αργυρώ Μαντόγλου
Ελληνικά Γράμματα 2008
Λέγεται ότι είναι ο καλύτερος εν ζωή διηγηματογράφος. Τον αποκαλούν σημερινό Τσέχωφ, όμως οι ρίζες του κρατούν από τα διηγήματα του συμπατριώτη του Τζέιμς Τζόις. Ήδη δίνεται ένα βραβείο διηγήματος στο όνομά του και σε λίγα χρόνια θα γράφεται: «Με βαθιές επιρροές από τον Ουίλιαμ Τρέβορ». Με την προϋπόθεση ότι θα έχει επιβιώσει και το διήγημα ως αφηγηματικό είδος.
Γιατί όμως οι αναγνώστες προτιμάνε τα μυθιστορήματα; Μήπως αναζητούν τις μεγάλες αφηγήσεις και την σταδιακή ταύτιση με τους ήρωες; Ή μήπως η συμπύκνωση και η αυτοτέλεια της μικρής φόρμας, τούς αποτρέπει να επικεντρώνονται κάθε φορά σε ένα διαφορετικό διήγημα; Για παράδειγμα «Οι Εργένηδες των λόφων» περιέχουν δεκατρία διηγήματα των είκοσι έως τριάντα σελίδων το καθένα. Ας πούμε ότι χρειάζεται μισή ώρα το καθένα. Όμως ο καλός αναγνώστης, εκείνος που διαβάζει και δεν θέλει να μιλάει για όσα βιβλία δεν διαβάζει, θα αναγκαστεί να σταματήσει ύστερα από δύο. Θα αναζητήσει μια παύση. Ο Ουίλιαμ Τρέβορ τον μπάζει στο μέσον ενός κόσμου όπου πρέπει να κοιτάξει τριγύρω του, μπρος και πίσω, για να παρακολουθήσει τις ζωές των ηρώων. Γράψιμο λιτό, σχεδόν απρόσωπο, υποβλητικό, απαλλαγμένο από πλουμιστές λέξεις αλλά με ένταση στη διατύπωση, αφήγηση τριτοπρόσωπη που παρακολουθεί την συνειδησιακή ροή της σκέψης του κάθε ήρωα.
Οι ιστορίες διαδραματίζονται στην Ιρλανδία των τελευταίων χρόνων, μολονότι κυριαρχεί μια διαχρονική ατμόσφαιρα. Αρκεί να γίνει μια αναφορά στην ταινία του Νηλ Τζόρνταν «Μάικλ Κόλινς» για να συνειδητοποιήσεις ότι πρόκειται για μια πρόσφατη ιστορία, αν και ο Κόνραντ ή ο Χάρντι θα μπορούσαν επίσης να την είχαν διαπραγματευτεί. Αυτή η αίσθηση του «ξαναβιωμένου» παραπέμπει όχι μόνον στις αρχετυπικές φόρμες της γραφής, αλλά και στο γεγονός ότι οι ήρωες του Τρέβορ είναι πλάσματα βγαλμένα από την ιδέα μιας ζωής που προϋπήρχε μέχρι να τη ανακαλύψουμε εμείς ως αναγνώστες.
Ο νεαρός υποψήφιος βομβιστής, στο διήγημα «Το πένθος», στρατολογείται εν αγνοία του και αποδέχεται να λάβει μέρος σε μια επιχείρηση του ΙΡΑ, όμως η κηδεία ενός άλλου συνομήλικού του, που σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια μιας βομβιστικής επίθεσης, τον καθηλώνει. Είναι το πένθος που επιλέγει με την μορφή του μυστικού, ενός αντι-ηρωικού και θαρραλέου μυστικού, που τον αναγκάζει να επιστρέψει στα μέρη του. Πρόκειται για ένα κορυφαίο διήγημα, άξιο να ξαναδιαβαστεί και να μελετηθεί από επίδοξους πεζογράφους. Υπάρχουν μερικά ακόμη διηγήματα που το ανταγωνίζονται: «Οι τρεις άνθρωποι», όπου ένας χαμηλής νόησης άνθρωπος δίνει άλλοθι σε μια γεροντοκόρη που ξεπάστρεψε την ανάπηρη αδελφή της, εμπόδιο- όπως πίστευε-, στο γάμο της. «Τα καλά νέα», όπου σε μια δεύτερης κατηγορίας κινηματογραφική ταινία η μικρή πρωταγωνίστρια βιώνει την παιδοφιλία του πρωταγωνιστή και στην πραγματικότητα, χωρίς ταυτόχρονα να μπορεί να κατανοήσει τη διάλυση της δικής της οικογένειας. Το «Ενάντια στο νόμο των πιθανοτήτων», όπου ένας χήρος πιστεύει ότι θα βγει από την μοναξιά του, όταν γνωρίζει «τυχαία» μια κυρία, η οποία θα τον εξαπατήσει τελικά, κι ας έχει αντιληφθεί ότι μαζί του θα μπορούσε να σταματήσει η άτιμη περιφορά της κακοτυχίας της. Και σαν επιστέγασμα «Οι εργένηδες του λόφου», όπου σε ένα ανεμοδαρμένο και φτωχικό τόπο απομένει ο γιος κοντά στη χήρα μάνα του, με όλα τα άλλα αδέλφια παντρεμένα και καμιά κοπέλα να μη θέλει να ζήσει μαζί του στην ερημιά. Όλα συνυπήρχαν «σ’ ένα σχέδιο που υπήρχε ανέκαθεν. Παντοτινοί, αναλλοίωτοι οι λόφοι τον περίμεναν, διεκδικώντας τον, ήταν ένας από τους δικούς τους».
Δεν αντιδράνε άμεσα οι ήρωες του Τρέβορ, παράδειγμα ο εργένης: «γύρω του η σιωπή που επίσης θυμόταν, εντελώς διαφορετική από το είδος της σιωπής που είχε συνηθίσει μέσα του και γύρω από τις πόλεις της Κεντρικής Αγγλίας…». Ανολοκλήρωτα συναισθήματα, ανομολόγητες επιθυμίας, βωβές σχεδόν πνιγηρές οι κραυγές, άνθρωποι διερχόμενοι, φευγαλέοι, ανίκανοι να εκδηλωθούν και να συγκροτήσουν έναν κοινωνικό πυρήνα. Ξένοι, συγγενείς ή ζευγάρια επιζούν στις ίδιες σκιερές ζώνες, βυθισμένοι στην άχρονη σιωπή. Η πλοκή πολλές φορές δεν αποτελεί αυτοσκοπό. Ένα περιστατικό αρκεί να πυροδοτήσει ή να αποσβήσει μια ιστορία, μια σχέση ή μια απόπειρα επαφής. Το σκοτάδι της Ιρλανδίας, μελαγχολικό και αξόδευτο από τον Τζον Μακ Γκάχερν μέχρι τα ελεγειακά πρόσωπα του Κολμ Τοϊμπίν, φαίνεται να κυριαρχεί και συμβολικά σε μια χώρα που παλεύει ακόμη να σταθεί απέναντι στο παρελθόν της και απέναντι σε όσους τής το στέρεψαν. Γιατί τι άλλο αντανακλά η επιφυλακτικότητα και η πανωλεθρία των σχέσεων σε καθημερινό επίπεδο, παρά τη μοίρα των Ιρλανδών, την δυσπρόσιτη πολιτική που τους περίμενε στους δικούς τους λόφους;
Ο Ουίλιαμ Τρέβορ γεννήθηκε το 1928 και μέχρι τα τριάντα του υπήρξε γλύπτης που δούλεψε με ξύλο και μέταλλο. Το πρώτο του βιβλίο εκδόθηκε το 1958 και έκτοτε έχουν κυκλοφορήσει περισσότεροι από 40 τίτλοι. Το 2001 βραβεύτηκε με το Irish Times Irish Literature Prize for Fiction και το PEN/Macmillan Silver Pen Award for Short Stories για τους «Εργένηδες στους λόφους». Στα ελληνικά εκδόθηκαν «Οι απόφοιτοι» (Γράμματα), το «Δυο ζωές» (Οδυσσέας) και η «Μάταιη αναζήτηση» (Οδυσσέας) που μεταφέρθηκε στη μεγάλη με τον Μπομπ Χόσκινς και την Έλεν Κάσιντυ σε σκηνοθεσία Ατόμ Εγκογιάν που του άλλαξε το τέλος του μυθιστορήματος οθόνη («Felicia’s travel» είναι ο πρωτότυπος τίτλος του βιβλίου και της ταινίας). Ακόμη δύο μυθιστορήματα έχουν βγει πρόσφατα από τα «Ελληνικά Γράμματα», ο «Θάνατος το καλοκαίρι» και «Η ιστορία της Λούσι Γκολτ», που συνεχίζουν την έκδοση των έργων του με ιδιαίτερη φροντίδα, αφού στους «Εργένηδες», εκτός από τις τρεις μεταφράστριες, η Αργυρώ Μαντόγλου παραθέτει ένα εκτενές επίμετρο, σημάδι εκτίμησης και αναγνώρισης για έναν σύγχρονο κλασικό συγγραφέα.
ΝΕΑ, βιβλιοδρόμιο, Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου 2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου