Ένας φίλος από τα παλιά, επιστρέφει. Ο συγγραφέας Θεόδωρος Γρηγοριάδης, θα βρίσκεται και πάλι στη γνώριμή του Ξάνθη, τη φορά αυτή για να παρουσιάσει το νέο βιβλίο του «Χάρτες», απόψε το βράδυ (19.30΄) στο βιβλιοπωλείο Παπασωτηρίου.
Επί δύο περίπου δεκαετίες, ο αγαπημένος συγγραφέας ακολουθεί το δρόμο της καταξίωσης και της σπουδαίας προσφοράς στην ελληνική πεζογραφία, πράγματα που ήρθαν μέσα από τον «μαγικό» και συνάμα ρεαλιστικό τρόπο γραφής του. Είναι όμως τόσο δύσκολο να μιλήσεις αντικειμενικά για κάποιον που τρέφεις απεριόριστη εκτίμηση, τόσο για τον ίδιο όσο και για το έργο του. Θα παρακάμψουμε λοιπόν αυτό το κομμάτι και θα παραθέσουμε μόνο κάποιες ερωταποκρίσεις που ανταλλάξαμε πριν μερικές μέρες –εν είδει συνέντευξης κι εν όψει του ερχομού του- για να τον γνωρίσουμε καλύτερα:
Τρυφερός και άγριος μαζί, σύγχρονος μα και ρομαντικός, ελεήμων και αδυσώπητος. Ποιος είστε κύριε Γρηγοριάδη και τι θέλετε στην μικρή μας πολιτεία;
Έρχομαι στην πόλη σας για να παρουσιάσω το καινούργιο μου βιβλίο, όμως δεν είναι μια απλή πρόσκληση ούτε παρουσίαση. Η Ξάνθη είναι ένα κομμάτι της ζωής μου, έζησα τρία ολόκληρα χρόνια εδώ και από χρόνια πηγαινοέρχομαι. Κάθε φορά που έρχομαι στην πόλη δεν είναι μια απλή στάση, η απόσταση του χρόνου μικραίνει και με συγκινεί το γεγονός ότι ήταν ένα κομμάτι της ζωής μου. Όσο για το ποιος είμαι, μάλλον εννοείτε ποιος είναι ο συγγραφέας που γράφει τα συγκεκριμένα βιβλία, μόνον έτσι μπορεί να είμαι πολυπρόσωπος και ετερόκλητος. Πολλές φορές η σχέση του συγγραφέα με τον εαυτό του δεν είναι ταυτόσημη ούτε ιδιαίτερα αρμονική.
Αφουγκράζεστε την κοινωνική πραγματικότητα και με μικρές φράσεις-νυστέρια –που ίσως να περάσουν απαρατήρητες από τους μη μυημένους, χαμένες κάπου μέσα στα έργα σας- ανατέμνετε την υποκρισία, τα κατά συνθήκη ψεύδη, ακόμα και τα θέσφατα και τους επιτίθεστε! Τι θα λέγατε –κάποτε- ευθέως στην κοινωνία και, αλήθεια, πώς φαντάζεστε το κοινό σας;
Το αναγνωστικό κοινό παραμένει ένα αίνιγμα. Ποτέ δεν ξέρεις πότε σε θέλει ή σε αφήνει κι αυτό με γοητεύει, όπως κι εγώ κάθε φορά ξεδιπλώνω τις σελίδες της ψυχής μου για να τους πείσω. Αυτό σημαίνει ότι δεν είμαι προβλέψιμος και κάθε φορά πρέπει να με «ανακαλύψει» μια καινούργια ομάδα, ένα νέο κομμάτι αναγνωστών. Όμως υπάρχουν και οι πιστοί αναγνώστες, όπως είμαι κι εγώ με κάποιους άλλους συγγραφείς που τους διαβάζω ανελλιπώς. Αυτοί είναι που μου συμπαραστέκονται και τους ευχαριστώ. Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν έκανα παραχωρήσεις στο γράψιμο, ακόμη κι αν ήξερα ότι δεν θα χάιδευα συνειδήσεις. Ο Κάφκα έλεγε ότι η λογοτεχνία πρέπει να είναι το τσεκούρι που σπάζει τον πάγο. Κι εγώ λέω, αλίμονο αν ο συγγραφέας κάνει καλλιτεχνικό πατινάζ.
Σας καλώ να απολογηθείτε για την πρόστυχη σιωπή κάποιων εφησυχασμένων, τακτοποιημένων πνευματικών ανθρώπων. Που το μόνο που βρήκαν να πουν ενώ γύρω γίνεται χαλασμός, είναι ότι «είναι θυμωμένοι», στην ομώνυμη… λιτανεία που διοργάνωσαν πρόσφατα.
Οι πνευματικοί άνθρωποι με το έργο τους πρέπει να μιλάνε, μόνον τέτοιες αντιδράσεις μπορώ να κρίνω. Όσο για την λιτανεία που υπονοείτε, εγώ πάλι νομίζω ότι από καιρό παραβρίσκομαι σε ένα πολιτικό και κοινωνικό μνημόσυνο.
Κατά την ταπεινή άποψη ενός ακατάρτιστου να σας κρίνει, αλλά που σας νοιώθει με την ψυχή, έξω από λογοτεχνικά φτιασίδια και γνώσεις, η μαεστρία με την οποία δένετε την πραγματικότητα με ένα έξοχο φαντασιακό(;) κόσμο είναι μοναδική. Σας θεωρώ (και μπορώ να το τεκμηριώσω με τα δικά μου κριτήρια) μια από τις καλύτερες πένες και δηλώνω ευτυχής που συμπέσαμε χρονικά πάνω στη φλούδα της γριάς γης, ώστε να μπορώ να σας διαβάσω. Ποια μηνύματα κομίζετε, τι είναι αυτό που «χορεύει στον ελαιώνα» της ψυχής σας και χτυπάει με μανία τους τοίχους της για να βγει;
Σας ευχαριστώ για την ενθουσιώδη ερώτηση που σημαίνει ότι κι εσείς κάπου δένετε με όσα πασχίζω να φτιάξω με λέξεις, που άλλοτε αγγίζουν την καθημερινότητα και άλλοτε το φανταστικό. Πάντως για μένα όλα είναι ανερμήνευτα, το φανταστικό είναι ήδη η ίδια μας η αλλόκοτη ζωή πάνω στη γη, το ίδιο η ψυχή και ο νους. Αλίμονο σε όσους πιστεύουν ότι η τέχνη πρέπει να απεικονίζει αυτό που κάποιοι εθελοτυφλώντας αποκαλούν «ρεαλιστικό», μάλλον δεν βλέπουν καν όνειρα στον ύπνο τους.
Πού οδεύει η βιβλιοπαραγωγή, τι γίνεται με το συνωστισμό τελευταία, που μάλιστα έβαλε τα βιβλία –ατάλαντων κυρίως, μα και ταλαντούχων- με το κιλό και στα super market, μαζί με μουστάρδες και σερβιετάκια με φτερά;
Μπα, δεν πειράζει, ανέκαθεν το βιβλίο είχε εμπορική τιμή. Η άλλη τιμή, η «λογοτεχνική», δεν αποκτάται εύκολα ούτε κατακτιέται εύκολα. Η αγορά έδωσε ευκαιρίες σε πολύ κόσμο να γράψει, όμως πολύ εύκολα σε καταπίνει η γραφή αν αποσκοπεί σε εμπορική απήχηση και μόνον.
Κλείνοντας το κάθε τελευταίο βιβλίο σας, περιμένουμε με μια κρυφή, άγρια αγωνία το επόμενο. Υπάρχει κάτι;
Υπάρχει ένα διαρκές ανοιχτό κείμενο γύρω μου, ένα πρόθυμο βιβλίο να γραφεί και να αναπτυχθεί. Δεν ξέρω ακόμη, πρέπει να κλείσει ο κύκλος με τους «Χάρτες» και μετά να αφοσιωθώ στο επόμενο σχέδιο. Και η δική μου αγωνία είναι παρόμοια με τη δική σας, πώς θα είναι αυτό. Και αυτό το ψάξιμο, το παιγνίδι της έμπνευσης είναι το πιο ζωντανό στοιχείο στη φάση της δημιουργικής γραφής.
Θοδωρής Μπακάλης,
Εφημερίδα «Θράκη» Πέμπτη 21 –02-08
(Στη φωτογραφία τα λατρεμένα παιδιά της Ξάνθης...)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου