Μετάφραση: Κατερίνα Σχινά
Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ 2011
Το τελευταίο μυθιστόρημα του ακούραστου Αμερικανού συγγραφέα και πρόσφατα βραβευμένου με το Man Booker International Prize, Φίλιπ Ροθ, είναι ένα βαθιά ανθρώπινο βιβλίο που θυμίζει βιβλική παραβολή και αναζητά πρότυπα στην αρχαιοελληνική τραγωδία.
Το «Νέμεσις» διαδραματίζεται στην Αμερική, το καλοκαίρι του 1944. Αδειάζει η πόλη και οι άνθρωποι αναζητούν δροσιά στις θάλασσες και στα βουνά, η Αμερική μάχεται στα μέτωπα της Ευρώπης και του Ειρηνικού, οι άντρες λείπουν στα πολεμικά μέτωπα. Πίσω στο Νιούαρκ, ένας εικοσιτριάχρονος δεν μπορεί να καταταχθεί στον στρατό εξ αιτίας της βεβαρημένης όρασής του. Ο Μπάκυ Κάντορ. Καλοχτισμένος σωματικά, ανθεκτικός, ένας στιβαρός χαρακτήρας που δεν θέλει να μοιάσει του εξαφανισμένου πατέρα του που κάποτε μπήκε στην φυλακή για κλοπές. Έχει πρότυπο τον παππού του που ήρθε από ένα εβραϊκό χωριό της Πολωνικής Γαλικίας το 1880 στην Αμερική και πέθανε περήφανος. Ο Μπάκυ ζει με την λατρεμένη του γιαγιά, αφού έχασε άδικα τη μητέρα του.
Ο Μπάκυ, γυμναστής σε σχολείο, έχει αναλάβει το Κέντρο Αθλοπαιδειών, απασχολώντας τα παιδιά μέσα στο κατακαλόκαιρο, ενθαρρύνοντάς τα συνεχώς. Τον λατρεύουν κι εκείνα. Όμως ξεσπάει επιδημία πολυομυελίτιδας στην περιοχή. Έφταιγαν άραγε η Ιταλοί που ήρθαν να πουλήσουν νταηλίκι φτύνοντας πάνω στο έδαφος για να μολυνθούν τα νεαρά εβραϊόπουλα; Ο Μπάκυ τους απωθεί με λεβεντιά. Στο μεταξύ αρχίζουν να αρρωσταίνουν βαριά τα παιδιά. Η Μάρσια, μια δασκάλα στο ίδιο σχολείο που σχετίζεται με τον Μπάκυ, βρίσκεται σε μια κατασκήνωση στα βουνά της Πενσυλβανίας. Ο σοβαρός Μπάκυ της εξομολογείται τηλεφωνικά πόσο την αγαπάει κι εκείνη του προτείνει να πάει να δουλέψει μαζί της χωρίς να εκτίθεται στην επιδημία που έχει ενσκήψει προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις: Πανικός, υστερία, μοιρολατρία, αλληλοκατηγορίες,καχυποψία εναντίον πιθανών φορέων, στόχευση κοινωνικών ομάδων όπως οι μαύρες καθαρίστριες, οι Εβραίοι, οι Ιταλοί.
Ο Μπάκυ προσέρχεται στις κηδείες, ακολουθεί επιτάφιες πομπές, επισκέπτεται τα πενθούντα σπίτια των μαθητών του, όμως δέχεται και επιθέσεις από γονείς που αποσύρουν τα παιδιά τους από το Κέντρο Άθλησης. Τα βάζει με το Θεό, τον «ψυχρό παιδοκτόνο», θυμώνει ενάντια στον «πλαστουργό, ενάντια στον Θεό που δημιούργησε τον ιό». Και όλα αυτά ενώ η ζέστη είναι πια αποπνικτική, οι σειρήνες των ασθενοφόρων ουρλιάζουν, τα κρούσματα αυξάνουν και η πόλη βυθίζεται σε μια υπνωτική αρρωστημένη ατμόσφαιρα. Πώς να αντιδράσει ο δυνατός γυμναστής που όταν σήκωνε το ακόντιο ή έκανε καταδύσεις κέρδιζε τον θαυμασμό των παιδιών; Παγιδεύεται στο καθήκον του ή πολεμάει απερίσκεπτα ενάντια στην συμφορά;
Να όμως που ο αποφασισμένος Μπάκυ λυγίζει. Έχοντας επισκεφτεί τον πατέρα γιατρό της Μάρσια εξασφαλίζει την συγκατάθεσή του να την αρραβωνιαστεί. Πάλι τηλεφωνικά τής προτείνει τον αρραβώνα, εκείνη δέχεται αναπηδώντας από χαρά και επίμονα τον καλεί στην κατασκήνωση. Ο Μπάκυ φεύγει από τον θανατερό τόπο και έρχεται σε ένα ειδυλλιακό τοπίο, όπου τα παιδιά διδάσκονται τον ινδιάνικο πρότυπο ζωής. Η συνείδησή του ωστόσο δεν ησυχάζει, τσακώνεται με την Μάρσια, ειδικά στο θέμα του Θεού. Οι ενοχές τον καταβάλουν. Τι δουλειά έχει εδώ πάνω όταν όφειλε να δώσει τη δική του μάχη, στο μέτωπο της επιδημίας;
Το ηθικό δίλημμα είναι εμφανές αλλά αρκετά θολό στο μυαλό του νεαρού Μπάκυ. Την ιστορία του, στο μυθιστόρημα, έχει αναλάβει να μας την αφηγηθεί ένας από τους μαθητές του που τον συναντάει τυχαία 27 χρόνια αργότερα. Θύματα και οι δύο της επιδημίας αλλά επιζήσαντες με βαριές βλάβες. Κάνουν παρέα και ξετυλίγουν τα γεγονότα. Ο Άρνι, αφηγητής της ιστορίας του Μπάκυ, ένας άθεος αρχιτέκτονας, θεωρεί ότι «κάθε βιογραφία βασίζεται στην τύχη…η τυραννία του απροόπτου ορίζει τα πάντα». Ο Μπάκυ δεν έπρεπε να τιμωρήσει τον εαυτό του πιστεύοντας ότι εκείνος μόλυνε την κατασκήνωση και στην συνέχεια να αρνηθεί την αγάπη και την αφοσίωση της Μάρσια για να την απαλλάξει από την φροντίδα ενός σακάτη. Το ερώτημα όμως παραμένει: ποια ήταν η ύβρις που διέπραξε ο Μπάκυ; Τον ότι ανορθώθηκε απέναντι στην αρρώστια; Η μήπως παγιδεύτηκε στις ενοχές του;
Τα τελευταία σύντομα μυθιστορήματα του Φίλιπ Ροθ, «Καθένας» (2006), «Αγανάκτηση» (2008), «Ταπείνωση» (2009), και «Νέμεσις» (2010),. συγκροτούν θεματικά τον κύκλο : Nemeses: Short Novels. Στα 77 του ο Φίλιπ Ροθ έχει εγκαταλείψει τις μεγάλες μυθιστορηματικές συνθέσεις, δίνοντας έμφαση σε πρωτοπρόσωπους χαρακτήρες που δεν είναι ευφυείς όπως ο Ζούκερμαν ή δεν εγκιβωτίζουν την συγγραφική του φωνή, θυσιάζοντας έτσι ένα μέρος της γοητείας των παλαιότερων βιβλίων του. Μεγαλώνοντας ο Ροθ σκύβει πάνω στον απλό ήρωα, στον συμμαθητή του, στο γειτονόπουλο, στον διπλανό του. Ο Άρνι είναι ένας απ’ αυτούς, μιλάει τη γλώσσα του χαρακτήρα του όπως σωστά αποδίδεται στην ελληνική μετάφραση της Κατερίνας Σχινά.
Σε μία εκτενή κριτική του στο The New York Review of Books ο Νομπελίστας Τζ. Μ. Κουτσί προσδίδει μια Οιδιπόδεια τραγικότητα στον χαρακτήρα του Μπάκυ Κάντορ και αναφέρει ότι το «Νέμεσις» διαβάζεται μαζί με την «Πανούκλα» του Αλμπέρ Καμί και τη «Πανούκλα στο Λονδίνο» του Ντάνιελ Νταφόε. Ζοφερές εικόνες, πυρπολημένες από τον φόβο, τον πανικό και τον καυτό ήλιο του καλοκαιριού. Ο Ροθ μέσα από την εξάπλωση της επιδημίας προσεγγίζει θέματα κοινωνικού αποκλεισμού με τις καταστρεπτικές συνέπειες που θα βιώσει η ανθρωπότητα. Δίνει έμφαση στον ανασφαλή σύγχρονο άνθρωπο, στις αδυναμίες του να κατανοήσει και να ξεπεράσει τα ηθικά και υπαρξιακά διλήμματα. Οι ήρωές του αναμετρούνται με το πέρασμα του χρόνου, τη φθορά του σώματος, την αδικία του πρόωρου χαμού. Όπως ο Μπάκυ, που όταν συνειδητοποιεί τη μοίρα του βγάζει μια διαπεραστική στριγκλιά, έτσι και η τελευταία ιστορία του Φίλιπ Ροθ αντηχεί σαν μια στριγκλιά στο σκοτεινό φαράγγι, αντίδραση στην υπαρξιακή θλίψη και την ανθρώπινη αγωνία.
Θεόδωρος Γρηγοριάδης
Δημοσιεύτηκε στα ΝΕΑ, βιβλοδρόμιο Σάββατο 11 Ιουνίου 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου