Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Σερρών
Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου στις 9 μμ
Κινηματογραφική Λέσχη «Η Λογοτεχνία στην οθόνη»
Στο μυθιστόρημα «ΣΤΑ ΠΕΡΑΤΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ» (εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ) βασίζεται το σενάριο της ταινίας "Master and Commander: The far side of the world". Πρόκειται για μια υπερπαραγωγή, προϋπολογισμού 300 εκατομμυρίων δολαρίων, της 20th Century Fox.
Η σκηνοθεσία είναι του Πίτερ Γουίρ, που ήταν τρεις φορές υποψήφιος για Όσκαρ ("Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών", "Truman Show"), ενώ τους πρωταγωνιστικούς ρόλους των Όμπρεϊ και Ματούριν έχουν αντίστοιχα ο Ράσελ Κρόου, που έχει τιμηθεί με Όσκαρ για τον "Μονομάχο", και ο Πολ Μπέτανι.
To 1969 o Patrick O`Brian ξεκίνησε να γράφει τη μυθιστορηματική σειρά «Master and Commander». Η ομώνυμη ταινία βασίστηκε στο 10ο βιβλίο της σειράς και οι ήρωες βρήκαν τους ιδανικούς τους ερμηνευτές στα πρόσωπα του Russell Crowe (στο ρόλο του Jack Aubrey) και του Paul Bettany (στο ρόλο του γιατρού Stephen Maturin).
Για να ολοκληρωθούν τα γυρίσματα του Master and Commander -μεγάλο μέρος από τα οποία έγιναν στο Μεξικό στην γιγαντιαία δεξαμενή που γυρίστηκε ο Τιτανικος - χρειάστηκαν πολλά χρήματα. Το κόστος της ταινίας έφτασε τα 135.000.000$, η εταιρεία παραγωγής όμως πιστεύει πως θα έχει κέρδη, τόσο χρηματικά, όσο και «Οσκαρικά», αφού μετέθεσε την έναρξη του φιλμ μέσα στο Νοέμβριο του 2003, πλησιάζοντας έτσι περισσότερο στον θεσμό των κινηματογραφικών βραβείων.
Η εν λόγω ταινία, λοιπόν, διαπραγματεύεται τις περιπέτειες του έμπειρου καπετάνιου Jack Aubrey –γνωστός και ως τυχερός Jack-, του φίλου του και γιατρού Stephen Maturin και του πληρώματος του πλοίου τους που ονομάζεται «Έκπληξη». Η «Έκπληξη» διασχίζει τον ωκεανό, όταν δέχεται μια ξαφνική επίθεση από ένα γαλλικό «πλοίο φάντασμα» που τη βρίσκει απροετοίμαστη αφήνοντάς την σχεδόν κατεστραμμένη. Από το σημείο αυτό και μετά η σχέση των δύο φίλων κλονίζεται. Ο καπετάνιος θέλει να εκδικηθεί καταδιώκοντας το γαλλικό πλοίο, ενώ ο γιατρός υποστηρίζει πως είναι απαραίτητο να πιάσουν στεριά. Ο Jack θα τον αγνοήσει, με επακόλουθο την εμπλοκή τους σε μία άγρια ναυτική περιπέτεια...
Ο Peter Weir σκηνοθετεί μία ταινία καταιγιστικής δράσης διαλέγοντας έτσι διαφορετικό στυλ από αυτό που τον έκανε διάσημο σκηνοθετώντας ταινίες όπως το Dead Poets Society και το Truman show. Με το συγκεκριμένο έργο πλησιάζει περισσότερο στο μοτίβο σκηνοθεσίας μίας από τις πρώτες του ταινίες (Gallipoli), χωρίς ωστόσο να ταιριάζει και σε αυτό το είδος απόλυτα.
Πρόκειται καθαρά για μία ναυτική περιπέτεια εποχής, στηριγμένη κυρίως στο πρόσωπο του πρωταγωνιστή της. Ο Peter Weir επιλέγει να δώσει έμφαση σε δύο στοιχεία: Στις σκηνές της μάχης που προσπαθεί να τις αποδώσει όσο πιο ρεαλιστικά γίνεται έχοντας με το μέρος του τα ειδικά εφέ και στη λάμψη του Russell Crowe , τον οποίο παρουσιάζει τονίζοντας ιδιαίτερα τη χλιδή που του δίνει ένας ρόλος άψογα προσαρμοσμένος στο μοτίβο του κυρίαρχου και μόνου πρωταγωνιστή.
Αν περιμένει ο θεατής να δει στοιχεία που υπάρχουν σε αντίστοιχες ταινίες εποχής, θα απογοητευτεί. Στο Master and Commander δεν υπάρχει ούτε η κλασική ιστορία αγάπης –καμία γυναίκα δεν αποβιβάζεται ποτέ στο Βρετανικό πλοίο «Έκπληξη»- ούτε η παρουσίαση των αντιπάλων. Είναι χαρακτηριστικό ότι το γαλλικό πλήρωμα εμφανίζεται μόνο στο τέλος σχεδόν της ταινίας, υποβιβασμένο στο ρόλο των κομπάρσων που μάχονται σώμα με σώμα με τους Βρετανούς ναυτικούς.
Αντίθετα, αυτό που θα ελκύσει τον θεατή είναι οι μάχες που γίνονται ανάμεσα στα δύο πλοία, τα δυνατά εφέ που κρατούν την ένταση αμείωτη σε κάθε σκηνή μάχης και η συναισθηματική φόρτιση που προκαλείται από τα παθήματα του πληρώματος της «Έκπληξης».
Η επιλογή του Russell στο ρόλο του καπετάνιου είναι αρκετά καλή, αφού ο ίδιος έχει αποδείξει πως ταιριάζει απόλυτα με τους ρόλους των μεγάλων ηρώων-προσωπικοτήτων (Μονομαχος, Ενας Υπεροχος Ανθρωπος). Παρόλα αυτά, τα παραπανίσια κιλά που έχει αποκτήσει τον κάνουν βαρύ και αρκετά δυσκίνητο στις σκηνές της μάχης σώμα με σώμα. Αντίθετα, ο Paul Bettany στο ρόλο του γιατρού και φίλου του, είναι η ιδανική επιλογή. Ενσαρκώνει τον γιατρό που έχει πάθος με τη φύση και τις επιστημονικές ανακαλύψεις, ενώ παράλληλα έχει αποδεχτεί την υπακοή του στον Jack, με μοναδική δεξιοτεχνία. Μπορεί με ένα απλό βλέμμα να δείξει τα αντιφατικά του συναισθήματα, ενώ κερδίζει τη συμπάθεια του κοινού από την αρχή ως το τέλος της ταινίας.
Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί, πως το Master and Commander είναι ακατάλληλο για παιδιά κάτω των 13 ετών, αφού περιέχει πολλές βίαιες σκηνές. Ο θεατής βρίσκεται αντιμέτωπος με ανατριχιαστικές εικόνες εγχειρήσεων με υποτυπώδη εργαλεία μπροστά στην κινηματογραφική κάμερα, ενώ τα σκουλήκια που κάνουν βόλτα στα πιάτα των ναυτικών είναι ίσως η λιγότερη αηδιαστική από πολλές ωμές σκηνές που ακολουθούν.
Φυσικά, αυτή η επιλογή των σκληρών εικόνων δεν έχει γίνει μόνο στα πλαίσια του εντυπωσιασμού. Ο Peter Weir επιμένει να γυρίζει ταινίες που ακόμα κι αν βρίσκονται στα πλαίσια της φαντασίας, πρέπει να κεντρίζουν το θεατή με μία δόση σκληρής πραγματικότητας που κρύβεται πίσω από τα φαινόμενα.
Αρμόζει, τέλος, να σημειώσει κανείς πως η ιδέα να μπουν παιδιά στο πλήρωμα του βρετανικού πλοίου, ενώ δεν απέχει πολύ από την ιστορική πραγματικότητα, «ξενίζει» αρκετά το κοινό, κυρίως όταν τα παιδιά κάπου στο τέλος της ταινίας και ενώ γίνεται μάχη διοικούν το πλοίο, κάνοντας τους άντρες που δε σέβονταν ούτε τον υποπλοίαρχο, να υπακούν πιστά τις διαταγές τους!
Γιατί να δει, λοιπόν, κάποιος την ταινία; Επειδή σπάνια γυρίζονται πια ναυτικές περιπέτειες, επειδή πρόκειται για υπερπαραγωγή, συνοδεύεται από όμορφη μουσική με τις νότες του βιολιού και του τσέλου και έχει αρκετά πρωτότυπο τέλος.
(δημοσιευμένο στο cine.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου