Για την αγάπη, τη θλίψη και την κουίρ ταυτότητα στην Ευρώπη
Γράφει ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης
Μετάφραση: Δέσποινα Γιαννοπούλου, εκδόσεις Πόλις, 2025
Ο συγγραφέας Πιερ Βιτόριο Τοντέλι έγραψε κυρίως τη δεκαετία του ’80 αλλά εξακολουθεί να διαβάζεται στην Ιταλία, καθώς τα βιβλία του κυκλοφορούν σε «κλασική» σειρά και τροφοδοτούν μελέτες για την ιταλική λαϊκή κουλτούρα και την γκέι κοινότητα.
Όπως συμβαίνει και με άλλους συγγραφείς, οι μελετητές του Τοντέλι διχάζονται στα δύο σημαντικότερα χαρακτηριστικά του έργου του: τον καθολικισμό και την ομοφυλοφιλία. Ορισμένοι καθολικοί διανοούμενοι προσπαθούν να ελαχιστοποιήσουν την ομοφυλοφιλία του δίνοντας έμφαση στην οικουμενικότητα του έργου του, εκμεταλλευόμενοι και τον καθολικισμό στον οποίο στράφηκε στα τελευταία, μοιραία, χρόνια της ζωής του[1]. Σ’ αυτά προστίθεται και η αποσιώπηση του συνδρόμου του AIDS από τον ίδιο τον Τοντέλι, ο οποίος πέθανε το 1991 μόλις 36 ετών.
Ο Πιερ Βιτόριο Τοντέλι γεννήθηκε στο Κορέτζο το 1955, κοντά στη Ρέτζο Εμίλια. Τη δεκαετία του ’70 σπούδασε θεωρία λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια. Στο πανεπιστήμιο έγραψε το πρώτο του βιβλίο, «Altri Libertini» (1980), που κατηγορήθηκε για τις αναφορές στην ομοφυλοφιλία και τη χρήση ναρκωτικών και για ένα μεγάλο διάστημα αποσιωπήθηκε. Όμως το βιβλίο κέρδισε τελικά τους αναγνώστες και αυτός συνέχισε να πειραματίζεται λογοτεχνικά ασκώντας παράλληλα κριτική σε κοινωνικούς θεσμούς, ακόμη και στον στρατό. Το μυθιστόρημα «Ρίμινι» (1985), πολυφωνικό και πολυδιάστατο, ήταν επίσης ευπώλητο[2].
Τα Χωριστά δωμάτια (1989), το τελευταίο του έργο, εκδόθηκε όσο ζούσε. Το μυθιστόρημα αναπτύσσεται σε «τρεις κινήσεις», σαν τρία μέρη μιας μουσικής συμφωνίας αλλά και σαν τις μετα-κινήσεις του 32χρονου Λέο, πετυχημένου συγγραφέα, ο οποίος ταξιδεύει στην Ευρώπη μετά τον θάνατο του νεαρού αγαπημένου του Τόμας, ενός Γερμανού πιανίστα. Ο Λέο αισθάνεται ήδη γερασμένος, ανασφαλής, αποκομμένος από τις ρίζες του, έχει βιώσει τη διαφορετικότητά του και είναι αποφασισμένος να ζήσει χωρίς σύντροφο. Με τον Τόμας είχαν γνωριστεί σε ένα φιλικό πάρτι, συνέχισαν τη διασκέδαση σε κλαμπ με όλα τα χαρακτηριστικά της δεκαετίας του ’80, χορεύοντας το «I feel love» κάτω από την περιστρεφόμενη ντισκόμπαλα, πίνοντας κονιάκ και ακούγοντας βινύλια στο πικ απ. Ο Λέο πειραματίζεται με ψυχοτρόπα ναρκωτικά, βιώνει εξωσωματικές προβολές και την κοσμική μοναξιά, το απόλυτο Τίποτα. Η ωριμότητά του είναι χαρακτηριστική. Αναλύει τα πάντα γύρω του αλλά και αυτοαναλύεται, αισθάνεται μέρος της γκέι κοινότητας αλλά, μαζί με τον Τόμας, διεκδικούν τη δική τους μοναδικότητα, αταξινόμητοι, όπως πιστεύουν, ανάμεσα στους άλλους. Ακόμη και η ερωτική τους σχέση στηρίχτηκε όχι πάνω στη μονιμότητα αλλά στην απόσταση και την περιοδικότητα. Ζούσαν για μεγάλα χρονικά διαστήματα σε χωριστές πόλεις, σε χωριστά δωμάτια και αυτό -ενδεχομένως- να επανατροφοδοτούσε τον έρωτα και την επιθυμία.
Η φρίκη της Ιστορίας
«Τώρα η παράσταση τελείωνε. Οι πατέρες, οι μητέρες, η Εκκλησία, το κράτος, τα ληξιαρχεία ξαναεπέβαλαν την κυριαρχία τους…» Καθώς ταξιδεύει με τρένο στην Ευρώπη, με χαλαρούς ρυθμούς, προσπαθεί να ξεφύγει από τα όρια του σώματός του και την οδύνη της απώλειας. Ταυτίζει τον χαμό του Τόμας με την Ιστορία της χώρας και της γλώσσας του, με τη φρίκη της Ιστορίας. Η Ευρώπη φέρνει στον νου μνήμες πολέμου, καταστροφών, την αποικιοκρατική της επιβολή, εντοπίζει την ανισότητα που επιβάλλεται στις λαϊκές τάξεις και τους μετανάστες. Το πένθος του Λέο είναι το πένθος ενός διανοούμενου για την τύχη της ηπείρου του, που θυμίζει σκηνικό ταινίας του Γκοντάρ, μια νεκρή Ευρώπη (που θα διασχίσει αργότερα και ο Χρήστος Τσιόλκας). Ο Λέο εύχεται να δικαιωθούν οι μετανάστες, δεν πρόλαβε όμως να δει την συμπατριώτισσά του Μελόνι να εκπονεί τα σχέδια εκτοπισμού τους και να αμφισβητεί τα δικαιώματα της LGBTQ+ κοινότητας.
Για μεγάλο διάστημα ο Λέο εγκλωβίζεται δημιουργικά, δεν γράφει όχι επειδή δεν μπορεί αλλά επειδή δεν θέλει: «Γιατί το σώμα του αρχίζει να τρίζει από το βάρος όσων είναι γραμμένα πάνω του». Ενώ το σώμα του Τόμας, σε μια πολύ οδυνηρή περιγραφή, αποσυντίθεται αγιάτρευτα. Η περιπλάνηση τον οδηγεί στη γενέτειρά του, μια πολίχνη στην κοιλάδα του Πάδου. Εκεί θα ακολουθήσει τον Επιτάφιο της Μεγάλης Παρασκευής, μια νεκρική πομπή που τον αναστατώνει· η περιφορά του πόνου επιβαρύνει την ψυχοσωματική του κατάσταση, η μνήμη του Τόμας αναμοχλεύει τις ενοχές του, ξαναθυμάται τις θυελλώδεις προστριβές ανάμεσά τους. Τελικά κάποιοι φίλοι θα του προσφέρουν ένα δίχτυ προστασίας, μια ιδιότυπη οικογένεια, αφού η πολιτεία δεν το είχε φροντίσει (μόλις το 2016 επιτράπηκε το σύμφωνο συμβίωσης στην Ιταλία).
Πολυσχιδείς όψεις της ομοφυλόφιλης ύπαρξης
Στο μικρό σχετικά μυθιστόρημα ξεπροβάλλουν τα θέματα μιας γενιάς που διεκδίκησε την ερωτική της απελευθέρωση και την κοινωνική ισότητα και που συνεθλίβη από το μοιραίο -ακόμη τότε- σύνδρομο του ΑIDS. Ο συγγραφέας δεν το κατονομάζει αλλά το υπονοεί, ούτε η λέξη γκέι εντοπίζεται παρά μόνον η «ομοφυλοφιλία» ως όρος σε μια γενικευμένη απόφανση. Ωστόσο το μυθιστόρημα είναι μια περιεκτική καταγραφή της κουίρ ταυτότητας, όπως διαμορφωνόταν στη συντηρητική Ιταλία και στην Ευρώπη φτάνοντας μέχρι την πιο απελευθερωμένη Αμερική. Σημαντικές προσωπικότητες της γκέι κουλτούρας, ανάμεσά τους ο Φασμπίντερ και ο Ώντεν, αναφέρονται επίσης, με ιδιαίτερη έμφαση στον Κρίστοφερ Ίσεργουντ του οποίου το μυθιστόρημά του «Ένας άντρας μόνος» (1964)[3] υπήρξε καθοριστικό στην γκέι λογοτεχνία, καθώς θεματοποίησε την απώλεια του ερωτικού συντρόφου και τη μοναξιά που ακολουθεί.
Το μυθιστόρημα του Τοντέλι καταδύεται στις πολυσχιδείς όψεις της ομοφυλόφιλης ύπαρξης, από την αέναη αναζήτηση και τις εφήμερες συνευρέσεις, σημαδεμένες από τα παραισθησιογόνα της εποχής και την ευφορία του χασίς, έως την εμπορευματοποίηση της επιθυμίας και το αβάσταχτο βάρος της ματαίωσης και της κατάθλιψης. Ωστόσο, μέσα από τις στάχτες, αναδύεται η ίδια η επιθυμία ως αστείρευτη πηγή ζωής. Πάντως, στο τέλος της διαδρομής του Λέο επανέρχεται η έμπνευση, η λυτρωτική γραφή μέσα από την κοινωνική αφύπνιση και τη δημιουργική παρατηρητικότητα.
Το τελευταίο μυθιστόρημα του Τοντέλι ήταν η διαθήκη του για τις επόμενες γενιές. Στο πρόσφατο μυθιστόρημα του Ιταλού συγγραφέα Αλμπέρτο Γκαρλίνι «Όλοι θέλουν να χορεύουν»[4], ο Τοντέλι εμφανίζεται ο ίδιος ως χαρακτήρας του μυθιστορήματος! Στο μεταξύ ο σκηνοθέτης Λούκα Γκουαντανίνο ετοιμάζει την επόμενη ταινία του βασισμένη στα Χωριστά δωμάτια, συνεχίζοντας τη θεματική των δύο τελευταίων του ταινιών πάνω στις ομοερωτικές σχέσεις μεγαλύτερων αντρών με νεαρότερους, που βασίζονται σε λογοτεχνικά μυθιστορήματα. Τα άλλα δύο μυθιστορήματα της είναι το «Queer»,[5] του Ουίλιαμ Μπάροουζ, και το «Να με φωνάζεις με το όνομά σου»,[6] του Αντρέ Ασιμάν, ο οποίος έγραψε και την εισαγωγή στα Χωριστά δωμάτια στην πρόσφατη έκδοση της αγγλικής μετάφρασης.
Σημειώσεις:
1. Luca Prono: www .glbtq.com 2003.
2. Εκδόσεις Δελφίνι, 1996, μτφ. Κούλα Καφετζή.
3. Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 1993, μτφ. Λουκάς Θεοδωρακόπουλος.
4. Εκδόσεις Πόλις, 2021, μτφ. Αχιλλέας Κυριακίδης.
5. Εκδόσεις Τόπος, 2011, μτφ. Γιώργος Μπέτσος.
6. Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2018, μτφ. Νίκος Α. Μάντης.
Ιούνιος 8, 2025 ΕΠΟΧΗ, Η εποχή των βιβλίων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου