Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2025

Τα καλύτερα κουίρ βιβλία του 2024




Γράφει η Φανή Χατζή


Στον αντίστοιχο περσινό απολογισμό είχαμε σημειώσει ότι το 2023 ήταν μια χρονιά ηχηρής παρουσίας της κουίρ λογοτεχνίας, όπως αποδείχτηκε από τις επιλογές μεγάλων και μικρών εκδοτικών, αλλά και τις συζητήσεις που προέκυψαν σε φεστιβάλ και άλλες εκδηλώσεις. Το 2024, η κουίρ λογοτεχνία που εκδόθηκε ήταν ακόμα περισσότερη και η φετινή καταγραφή μετρά τουλάχιστον 30 τίτλους βιβλίων λογοτεχνίας, θεωρίας, συλλογών και λοιπών εγχειρημάτων.

Με εξαίρεση ένα βιβλίο που ξεχώρισε με τον τρόπο που απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες και συμπεριλαμβάνεται και εδώ, η λίστα αυτή περιορίζεται σε βιβλία ενηλίκων ή νέων. Για βιβλία, όμως, που προωθούν την εξοικείωση των παιδιών με τις έννοιες της συμπεριληπτικότητας, της αποδοχής και ανεκτικότητας, παραπέμπουμε στο άρθρο Πώς να μην καλλιεργούμε έμφυλα στερεότυπα: Οι απαντήσεις σε 20 βιβλία για παιδιά στο οποίο η Ελένη Κορόβηλα κάλυψε τη σχετική εκδοτική παραγωγή του 2024.


Για το κουίρ, αντί προλόγου


Οι συζητήσεις που γεννά μια τέτοια «λίστα» είναι ποικίλες και τα επακόλουθα ερωτήματα οφείλουν να εγερθούν, όπως, για παράδειγμα, το ζήτημα της ορατότητας έναντι της ποιότητας. Ο χαρακτηρισμός «κουίρ» για τα βιβλία που ακολουθούν δεν πρέπει να ιδωθεί περιοριστικά ούτε σαν αποκλειστική προσδιοριστική ταμπέλα που αντικαθιστά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Η ένταξη των βιβλίων στη λίστα αυτή είναι μια προσπάθεια χαρτογράφησης μιας λογοτεχνίας που, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν συναντάται σε άλλες λίστες, παρά μόνο, εντελώς συμπτωματικά, κάθε Ιούνιο. Η επαγρύπνηση γι’ αυτούς τους τίτλους πρέπει να είναι διαρκής, παρόλο που η καταγραφή τους δεν είναι περιοριστική, αν λάβουμε υπόψη πόσα (κουίρ) βιβλία γράφονται και μεταφράζονται κάθε χρόνο.

Ο λόγος που επέλεγε το queer έναντι του gay είναι γιατί, για τη hooks, το κουίρ «δεν έχει να κάνει με ποιον κάνεις σεξ, αλλά με έναν εαυτό που βρίσκεται σε δυσαρμονία με οτιδήποτε υπάρχει γύρω του και πασχίζει να βρει και να εφεύρει έναν χώρο μέσα στον οποίο θα μιλά, θα ζει και θα ευημερεί».

Όσον αφορά την ίδια την έννοια του κουίρ, ας δανειστούμε μια φράση που αποδίδεται στη bell hooks, την οποία είχαμε φέτος τη χαρά να δούμε στα ελληνικά, αφού μεταφράστηκε το βιβλίο της Όλα για την αγάπη (μτφρ. Μαρτίνα Ασκητοπούλου, εκδ. Μεταίχμιο). Η ίδια αναφερόταν στον εαυτό της ως «queer-pas-gay», με το γαλλικό “pas” (όχι) ενδιάμεσα να δηλώνει αντίθεση. Ο λόγος που επέλεγε το queer έναντι του gay είναι γιατί, για τη hooks, το κουίρ «δεν έχει να κάνει με ποιον κάνεις σεξ, αλλά με έναν εαυτό που βρίσκεται σε δυσαρμονία με οτιδήποτε υπάρχει γύρω του και πασχίζει να βρει και να εφεύρει έναν χώρο μέσα στον οποίο θα μιλά, θα ζει και θα ευημερεί». Κρατώντας αυτόν τον ρευστό ορισμό, που περιλαμβάνει όχι μόνο τις σεξουαλικές αλλά και τις πολιτικές συνδηλώσεις του κουίρ, ας περιηγηθούμε στα φετινά κουίρ βιβλία.


To εκτενές άρθρο συνεχίζεται στην bookpress 

Ανάμεσα στα 30 βιβλία της χρονιάς, γράφει για το "Ελσίνκι"



...Στο πιο πρόσφατο μυθιστόρημα του Θεόδωρου Γρηγοριάδη, ένας συγγραφέας, ο Αντώνης, γνωρίζει τον πολύ νεότερό του Κούρδο πρόσφυγα Αβίρ. Για τον Αβίρ η Ελλάδα είναι μια «ενδιάμεση στάση», νομικά και συναισθηματικά, το μέλλον του και η ζωή του θα χτιστεί σύντομα στη Φινλανδία. Ο Αντώνης, όμως, αυτός που μένει πίσω, επιβαρύνεται με τη μνήμη και αναλαμβάνει την εξιστόρηση της γνωριμίας και φιλίας των δύο ανδρών, μέσα από διαφορετικές οπτικές, γεωγραφίες και χρονικά επίπεδα. Σαν μια κουίρ αναδιήγηση ή μάλλον πραγματική εκδοχή του «Ο φόβος τρώει τα σωθικά» του Φασμπίντερ, το Ελσίνκι αποτυπώνει έναν έρωτα που φωλιάζει στο ρευστό πολιτικό συγκείμενο μιας Ελλάδας, Ευρώπης και Μέσης Ανατολής σε κρίση. Κι ενώ οι κανονιστικές επιταγές του φύλου, της θρησκείας, του γάμου επιβάλλουν απόσταση, οι τόσο θερμοί ψηφιακοί διάλογοι των δυο ηρώων και η υπερκέραση όλων των απτών και αόρατων συνόρων τους κρατούν κοντά. Ένα μυθιστόρημα που αντιστρέφει, «κουηροποιεί» τις έννοιες της οικογένειας, της ευαλωτότητας και της εγγύτητας.




Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2025

Malcolm Lowry «Κάτω από το ηφαίστειο»

 Μετάφραση: Κατερίνα Σχινά, εκδόσεις Μεταίχμιο, 2024



Γράφει ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης


Με μια λιτανεία ξεκινάει το μυθιστόρημα του Μάλκολμ Λόουρι, Νοέμβριο 1939 στο Μεξικό, στην πόλη Κουαουναγουάκ, ενώ στο βάθος προβάλλουν απειλητικά τα δύο μεγάλα ηφαίστεια της χώρας. Είναι η Ημέρα των Νεκρών και η πένθιμη πομπή διασχίζει την πόλη με θρηνητικές ψαλμωδίες ενώ τα κεριά στα χέρια των πιστών τρεμοσβήνουν σαν μελαγχολικές φλογίτσες. Η πομπή θα περάσει μπροστά από το ξενοδοχείο όπου διαμένει ο γάλλος σκηνοθέτης Ζακ Λαρυέλ, που συζητάει με τον δρ Βιγκίλ για τον Πρόξενο. Μέσα από τις σκέψεις του Λαρυέλ αναδύονται συνειρμικά οι πληροφορίες για τον Πρόξενο, την γυναίκα του Υβόν με την οποία έχουν χωρίσει και τον Χιου, τον απρόβλεπτο, ετεροθαλή, αδελφό του. Με τον Πρόξενο, τον άγγλο διπλωμάτη Τζέφρι Φέρμιν, είχαν γνωριστεί στην Ευρώπη, παραθερίζοντας στην εφηβεία τους· τότε τους χώριζε η Μάγχη, σήμερα μια άβυσσος κυριολεκτικά, μια χαράδρα στη μέση της πόλης, σκοτεινή και βαθιά. «Είχε πέσει το σκοτάδι όπως στον Οίκο των Άσερ»· σκιές και ζόφος στο Μεξικό, στην Ευρώπη, ειδικά στη Γερμανία και στην Ισπανία (η Μάχη του Έβρου είναι μια αναφορά που επανέρχεται τακτικά).

Το πρώτο κεφάλαιο με τον Λαρυέλ προηγείται των γεγονότων που έχουν συμβεί ένα χρόνο πριν ενώ, στα επόμενα έντεκα κεφάλαια, ξεδιπλώνεται η μία και μοναδική μέρα στη ζωή του Προξένου, η τελευταία του μέρα. Δεν προδίδουμε την κατάληξη αυτή μιας και αναφέρεται από την αρχή, αιωρείται στην ατμόσφαιρα, στο ύφος του κειμένου, στους συμβολισμούς, στις λαβυρινθώδεις ατραπούς στις οποίες εκτρέπεται ο Πρόξενος. «Η ζωή του είχε γίνει μια δονκιχωτική προφορική μυθοπλασία» και το Μεξικό η Κόλαση, η καρδιά του δικού του σκότους. Η τελική πορεία προς τον αφανισμό του, ένα διαρκές μεθύσι, που θα κορυφώνεται από ώρα σε ώρα. Στο μεταξύ η Υβόν έχει επιστρέψει με την προσδοκία της αποκατάστασης της σχέσης τους αλλά το μεσκάλ και η ψυχοσωματική αποσύνθεση του Πρόξενου δεν αφήνουν καμιά ελπίδα.


Η Υβόν με τον Χιου, που εξακολουθεί να αναστατώνει τον Πρόξενο, περιφέρονται μαζί του στην πόλη που τους απορροφά, στις λακκούβες, στους ξεροπόταμους, τα αδιαπέραστα στενά, φέρνοντάς τους στα άκρα και στα όρια τόπων και συμπεριφοράς, εντείνοντας τον επερχόμενο κίνδυνο. Ο Πρόξενος σταματάει μόνον στις cantinas, όπου μεθάει ασταμάτητα, αυτές είναι ο χώρος του, το κελί του, η σκοτεινή βαθιά σπηλιά του· όλα τα άλλα, η οργιώδης φύση, τα δέντρα, ακόμη και τα πουλιά του φαίνονται σπασμωδικά και ύπουλα αφού τον αποσπούν από τον εθισμό του. Όσες φορές κι αν είχε σκεφτεί να κόψει το αλκοόλ πάντα ένα μπουκάλι βρισκόταν παραδίπλα. Έτσι ούτε καν το βιβλίο, που είχε αρχίσει να γράφει, δεν φαίνεται να τελειώνει ποτέ.


Όλα σβήνουν πάνω στον πάγκο μιας cantina

Η κατάβαση στην κόλαση έχει ξεκινήσει. Και αν κατά καιρούς αναφέρει τους φόβους του για τον ανερχόμενο ναζισμό στην Ευρώπη ή την υποστήριξή του στους δημοκρατικούς στην Ισπανία, όλα σβήνουν πάνω στον πάγκο μιας cantina. Εκεί βυθίζεται στους εφιάλτες και στην έξη του. Στην αβέβαιη πορεία του διασταυρώνεται με τις πομπές, τον προσπερνούν λεωφορεία που εξαφανίζονται για πάντα, βλέπει στους τοίχους των καφέ να έρπουν σκορπιοί, κάμπιες, βλέπει φίδια στους δρόμους, επαίτες δυσοίωνους, ακίνητες σιωπηλές γριές, δολοφονημένους Ινδιάνους, κοντοστέκεται στο ποτάμι που κατέληξε τάρταρα των σκουπιδιών, ένας γιγάνταιος απόπατος, παρατηρεί τα σκυλιά, τα άλογα και μάλιστα ένα παρατημένο άλογο θα είναι η αφορμή για τη μοιραία διένεξη με τους πολιτοφύλακες. Ταυτόχρονα στο τρικυμιώδες κεφάλι του ακούγονται φωνές, αναγνωρίζει παλιούς του γνώριμους να προσπαθούν να τον συνετίσουν, αλλά κι αυτές οι φωνές συγχέονται με τις άλλες απέξω και διαχέονται σε ένα ηχητικό παραισθητικό υπόβαθρο όπου παρεμβάλλονται θόρυβοι αεροπλάνου, βολές του πυροβολικού και στο βάθος πάντα οι πένθιμες ψαλμωδίες. Α! Και οι γύπες που ζυγιάζονταν στον γαλανό ουρανό, περιμένοντας την επικύρωση του θανάτου.

Το απόγευμα θα τον βρει μόνο, ενώ τον ψάχνουν ο Χιου και η Υβόν, κι αυτός σε ένα είδος επιφοίτησης αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορούσε να γυρίσει πίσω στην Υβόν. Τελευταία του στάση άλλη μια cantina, ενώ στο βάθος δεσπόζει το ηφαίστειο Ποποκατέπετλ, το μοιραίο φινάλε, σαν το φινάλε μιας όπερας ή μιας μονομαχίας σε ένα σύγχρονο γουέστερν. Εδώ, ως ξένος, ως δυτικός, ως πλάνητας δολοφονείται από τους εξοργισμένους αστυνομικούς που ξερνάνε πάνω του κάθε φασιστική προκατάληψη. Έτσι ο προσκυνητής κατέρχεται στην Κόλαση, βουτάει στην πυρά και στον απύθμενο πάτο του ηφαιστείου. «Τhere is no death in recent literature with more significance», έγραψε ο Γουίλιαμ Χ. Γκας για τη σκηνή του θανάτου του Προξένου σε ένα εκπληκτικό δοκίμιο[1].

Στο Μεξικό

Ο βρετανός Μάλκολμ Λόουρι (1909-1957) ταξίδεψε πολύ όπως και άλλοι Ευρωπαίοι συγγραφείς όταν ξεσπούσε ο Ισπανικός Εμφύλιος και οι Ναζί ανέρχονταν στην εξουσία καίγοντας βιβλία. Ανήσυχος από την εφηβεία του αναζητούσε διαδρομές απόδρασης μέσα από τους αγαπημένους του λογοτέχνες. Ο Μέλβιλ ήταν ο βασικός του πλοηγός και το «Μόμπι Ντικ» ήταν το μοναδικό προσωπικό του απόκτημα που κουβαλούσε στην αποσκευή του μπαίνοντας στην Αμερική. Η προσωπική του ζωή σημαδεύτηκε από τη λογοτεχνία και το αλκοόλ. Στο Μεξικό βρέθηκε ακολουθώντας τα ίχνη του Λόρενς καθώς η χώρα προσέλκυε αρκετούς συγγραφείς όπως ο Άλντους Χάξλεϊ, ο Ίβλιν Γουό, ο Γκράχαμ Γκριν που είχανε ήδη γράψει βιβλία που διαδραματίζονταν στη χώρα. Εκεί στην πόλη Κουαουναγουάκ, είχαν εγκατασταθεί πολλοί πολιτικοί εξόριστοι κι εκεί νοίκιασαν σπίτι το ζεύγος Λόουρι. Αυτός άρχισε να συχνάζει στις cantinas, να πίνει ασταμάτητα, να αφήνει απλήρωτους λογαριασμούς και να προκαλεί το χάος με την παρουσία του.

Εκεί ξεκίνησε το «Κάτω από το ηφαίστειο» το οποίο έγραφε και ξανάγραφε και εξέφραζε όχι μόνον την προσωπική του κρίση αλλά ολόκληρη τη δεκαετία του ’30 και τον κόσμο ολόκληρο. Είναι αξιοθαύμαστο πώς η γραφή συμπλέει με τον εσωτερικό κόσμο των χαρακτήρων: από τη μια η διαταραγμένη ροή της συνείδησης του Προξένου από την άλλη η ελεγχόμενη αφηγηματική οπτική της Υβόν και του Χιου και όλα μαζί σε μια μεξικάνικη ατμόσφαιρα που θα ξαναβρούμε στα μυθιστορήματα του Χουάν Ρούλφο. Μέσα από σύμβολα Ταρό ή της Καμπάλα, παραπομπές σε κείμενα και συγγραφείς όπως ο Δάντης, ο Μέλβιλ, ο Μάρλοου, ο Τζόις, διαλόγους στα ισπανικά, σημαδιακές επιγραφές, κινηματογραφικές αφίσες, το διαταραγμένο σύμπαν του Προξένου, αποδεικνύεται αφηγηματικά οργανωμένο στο κείμενο. Ένα μοντερνιστικό, απαιτητικό, μυθιστόρημα που παρασύρει τον αναγνώστη στη δίνη της αφήγησης σαν να ξυπνάει από ένα βαρύ μεθύσι.

To «Κάτω από το ηφαίστειο» γυρίστηκε σε ταινία το 1984 από τον Τζον Χιούστον με τον Άλμπερτ Φίνεϊ στον ρόλο του Προξένου. Περιλαμβάνεται σε διάφορες λίστες με τα καλύτερα βιβλία του 20ού αιώνα. Η νέα έκδοση του μυθιστορήματος έγινε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε εξαιρετική μετάφραση της Κατερίνας Σχινά.


 Σημείωση:

1. «Malcolm Lowry's Inferno», William H. Gass. The New York Review of Books. 29/11/1973


ΕΠΟΧΗ, Εποχή των βιβλίων. 5/05/25


 

Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2025

Stranger than Fiction: Lives of the Twentieth-Century Novel βυ Edwin Frank



In search of a new 20th-century canon


By John Mullan

The photo of the author on the jacket of Stranger Than Fiction tells you something. Edwin Frank sits at a small desk, entirely hemmed in by overflowing bookshelves and teetering stacks of books. His reading glasses have been pushed back on his head, so that he can meet your gaze; you have interrupted him in the engrossing business of reading, reading, reading. Stranger Than Fiction is testimony to its author’s sheer appetite for books, and especially for 20th-century fiction at its most testing and ambitious. His article of faith is that the most demanding novels are often the most satisfying.


Frank is the editorial director of the New York Review of Books, and founder of the NYRB Classics series, which specialises in reprints and new translations of often neglected literary “classics” (or should-be classics), especially of the 20th century. It is telling that he became known for championing John Williams’s novel Stoner, reissued as a NYRB Classic in 2005, exactly 50 years after its first publication. Stoner is the story of a man who gives his life up to the love of great literature, pursued despite the petty vindictiveness of managers at the university where he teaches. Frank has presided over this series of “classics” for the general reader during a period when many in American universities have become scornful of any canon of great literary works.


In Stranger Than Fiction, Frank describes his own modern canon, and, refreshingly, without worrying about what the academics might think. He tells “the story of the novel” in the 20th century, claiming inspiration from Alex Ross’s story of modern classical music, The Rest Is Noise. While including works that you would expect, like À la recherche du temps perdu and Ulysses, he offers surprising picks and many translated works. Two-thirds of the novels were originally written in a language other than English. In many cases he is advocating works that he does not expect his reader to know, yet.


In his introduction, Frank recognises that his is “a story of translation in the largest sense, not only from language to language and place to place but more broadly as the translation of lived reality into written form, something the expansive and adaptable form of the novel had from the start been uniquely open to”. For most Anglophone readers, there will be unknown texts recommended here. Frank is an enthusiast for the Austrian Alfred Kubin’s The Other Side, the Brazilian Machado de Assis’s The Posthumous Memoirs of Brás Cubas and the Japanese Natsume Sōseki’s Kokjoro. The only American writers who make the cut are Gertrude Stein (for Three Lives, her odd group of fictional biographies of American women), Ernest Hemingway and Ralph Ellison. (And Vladimir Nabokov, if you want to count him as American.) No Fitzgerald, Dos Passos, Faulkner, Steinbeck, Baldwin, Updike, Pynchon, Morrison, Roth.


The unexpectedness of some of Frank’s choices is just what makes the book entertaining. He tackles some 32 novels, in a series of case studies, starting the 20th century not with, say, Joseph Conrad or Henry James, but with HG.Wells’s The Island of Doctor Moreau and André Gide’s The Immoralist. He gives rapt attention to Rudyard Kipling’s Kim, acknowledging that the author “sought in empire a refuge from a dangerous and fractured world”, but relishing “its language dense, plastic, encrypted, and alive”. He even half-convinces you that Kipling’s polyglot English, full of the babble of other languages, “anticipates the murmurous, echoic dream language of Finnegans Wake”. The work with which he brings the 20th century to its end is VS Naipaul’s autobiographical novel about his life in the Wiltshire countryside, The Enigma of Arrival.


But, except as a chronological fact, is there such a thing as “the 20th-century novel”? To demonstrate that there is, we start with Dostoevsky’s Notes from Underground, first published in 1864. According to Frank, Dostoevsky’s sour, utterly disenchanted, self-disgusted monologue, is the first 20th-century novel, avant la lettre. This “unclassifiable” work is “written and rewritten time and time again in the century to come”. It is “the voice of the 20th-century novel”. Take it or leave it: Frank does not much argue for this proposition, but throughout the rest of his book, he will think that he hears echoes of Dostoevsky’s cynical narrator in the oddest places.


Generous, catholic, undogmatic, this is a vindication of novels that push at the boundaries of what fiction can or should do. (There is no room here for the thought that novelistic pretensions might be absurd or disastrous.) The novels chosen are relished for unsettling or upsetting the discerning reader. Indeed, by this account, many of them unsettled or upset the novelists who wrote them. In an epilogue, we peep into the 21st century with WG Sebald’s Austerlitz, published in 2001, but Frank seems to think that there have been “no remarkable changes to the form of the novel” in recent decades.

So, what was “modern” is now past. The clinching phrases that Frank uses to celebrate this fiction’s thoroughly modern resistance to neatness or closure tend to be interchangeable. The Magic Mountain is “a book of studiously opposed contraries”; Sōseki’s Kokoro is “a book of urgent irresolution”; all Lawrence’s fiction is “essentially provisional, unfinished”; Musil’s The Man without Qualities  is “an infinite scaffolding around an unbuildable house”. His summarising judgements tend to be once resonant and indistinct: The Enigma of Arrival is “haunted by its precursors, haunted by itself and above all by the fear of not being itself – a fear it shares with so many of its precursors”.


In Frank’s chronological progress through his list of great novels, there is little attempt to trace influences. This is not really a history, which would involve the tracing of impressions and reactions. Frank does this only rarely. We do get Virginia Woolf reading Ulysses, reacting with exasperation and some disgust, but then going back to it for ideas that would shape Mrs Dalloway. Usually, however, when he spies a connection between two of his novels, it is a passing notion, often made in parentheses. (He likes his insights in brackets, like theatrical asides.) As he links Aureliano in Gabriel García Márquez’s One Hundred Years of Solitude, reading from the book of the mysterious gypsy Melquíades, to Marcel in Proust’s In Search of Lost Time, emerging from the library of the Prince de Guermantes, he confides, “I am not making any claim of conscious influence in any of these cases.” Connections between novels are mere impressions.


Frank calls his method “descriptive criticism”, and so it is. He includes for each novel a rapid but vivid biographical sketch of each novelist, seeing each novel rooted in the hang-ups, thwarted desires and, above all, bloody-minded ambitions of the individual novelist. For the potential bluffer, there are then some excellent plot summaries (condensing the plot of Italo Svevo’s Confessions of Zeno or Georges Perec’s Life: A User’s Manual is no easy feat). Yet Frank’s gift for summing up can lead us away from the stuff of the fiction itself. When he stoops to detail, he is at his best, but he does so rarely. His chapter on Hemingway’s In Our Time actually provides some substantial quotations from the work and then tries to analyse the forcefulness of what you have just read. We can see and hear Hemingway’s prose, “its symmetries and repetitions, checking and testing its progress”. In his chapter on DH Lawrence (the only author who is allowed two novels in Frank’s selection), we are given a couple of passages from The Rainbow that do more to illuminate Lawrence’s originality than all the critic’s eloquent advocacy on his behalf.


Proust’s achievement, we are told, was to find “a voice, a tone”, “pitched between the intimate and the impersonal” – “it is this tone that the work is, among other things, about”. But the reader does not get shown, or allowed to hear, this elusive “tone”. We are told that Mrs Dalloway is extraordinary for its use of stream-of-consciousness narration to convey “the intimacy, immediacy, and character of the self and to establish point of view, while also counterpointing the active mind with the worldly activity around it”. You must either agree or not, for there is no illustration of this. The power of One Hundred Years of Solitude is “its extraordinary musicality, the measured flow of its sentences”, but this musicality is a promise rather than a fact on the page – all the more elusive, of course, because we are dealing with translation. Frank is suspicious of what he calls “world literature” – books written in order to be translated, readily understandable anywhere – yet does not investigate what happens when everything is turned into English prose.


We end, eccentrically, with a list. Why these novels, rather than others? Frank, asks, and answers by appending the titles – headed “Other Lives of the Twentieth-Century Novel”  – of some 94 novels that he has not talked about. One might say in either praise or criticism of what he has done that you can be sure that he could have written equally well about these books too.


New Statesman 23 December 2024

 


Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2024

Διώνη Δημητριάδη 10 Κριτικές Αναγνώσεις από τη σύγχρονη Πεζογραφία

            


 

fractal 10/12/24


Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //  

 

 

 Θεόδωρος Γρηγοριάδης, Ελσίνκι, εκδόσεις Πατάκη, 2024



Την ιστορία του Αβίρ και του Αντώνη θα αφηγηθεί ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης στο Ελσίνκι, το νέο του μυθιστόρημα, μια σχέση συμβίωσης και απομάκρυνσης, μέσα στις συνθήκες της μετανάστευσης και της αναζήτησης ενός μόνιμου τόπου, μιας πατρίδας, με τις διαφορές μεταξύ τους σε καταγωγή, θρησκεία, στερεότυπες, παραδοσιακές αντιλήψεις να αναδύονται συχνά καταλυτικές. Ο Γρηγοριάδης επικεντρώνει σε μια θεμελιώδη συνθήκη που δύσκολα αναιρείται, να γίνει συνειδητά αποδεκτή μια σχέση, τόσο από τους ίδιους που τη βιώνουν όσο και, κυρίως, από τον κοινωνικό περίγυρο. Ο Αβίρ επιλέγει να φύγει στη Φινλανδία, η σχέση ως συνύπαρξη τελειώνει, ωστόσο διατηρείται η επαφή. Έτσι, βλέπουμε τη σχέση να εξελίσσεται, να διαμορφώνει και τους δύο, κυρίως τον Αντώνη, που σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση θα επιτρέψει να τον γνωρίσουμε καλύτερα. Η ευθύγραμμη χρονική ακολουθία καταργείται, ο χρόνος πηγαίνει μπρος πίσω συνεχώς, συμβαδίζοντας με τις συναισθηματικές καταστάσεις που, γνωστό αυτό, δεν γνωρίζουν ούτε από λογική ούτε από χρονική σειρά. Ο Γρηγοριάδης συχνά επιλέγει το πρώτο πρόσωπο στα βιβλία του, οδηγώντας πιο απρόσκοπτα στην ταύτιση με το αφηγηματικό υποκείμενο, χωρίς πάντως να παραβλέπουμε την αλήθεια πως ό,τι γράφει κάποιος (με όποια τεχνική και όποιες αφηγηματικές επιλογές) αγγίζει ταυτόχρονα τόσο την επινοημένη μυθοπλασία όσο και την αυτομυθοπλασία. Μια εύθραυστη σχέση, αλλά και μια χαμηλών τόνων «εύθραυστη» γραφή, αυτή του Γρηγοριάδη, σ’ αυτό το πιο ξεκάθαρα αποκαλυπτικό του βιβλίο. Και λέω «εύθραυστη», γιατί νιώθεις διαβάζοντας τις λέξεις να ραγίζουν, να σπάνε όπως ο πάγος σε μια χειμωνιάτικη λίμνη, να αφήνουν τα πρόσωπα να αναδυθούν στην αυθεντικότητά τους, να φανούν σχέσεις ειλικρινείς παρά τις εγγενείς δυσκολίες. Κάτω από αυτή τη θεώρηση το Ελσίνκι είναι το πιο «εύθραυστο» βιβλίο του Γρηγοριάδη. Ίσως γι’ αυτό και το καλύτερο μέχρι στιγμής. Ένα σύνθετο στη μορφή βιβλίο, όσο σύνθετες και οι προσωπικές σχέσεις.




Όλες οι επιλογές στον σύνδεσμο:

Hugues Pagan, Οι ανώνυμοι, εκδόσεις Πόλις, 2024

Persival Everett, Τα δέντρα, μτφρ. Πάνος Τομαράς, εκδόσεις Gutenberg (Aldina), 2024

Βαγγέλης Τασιόπουλος, Ο ελεγκτής και άλλες ιστορίες βιοποριστικού έρωτα, εκδόσεις ΑΩ, 2024

Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης, Περιπλέοντας στον κόσμο του Κλάουντιο Μάγκρις, εκδόσεις Οδός Πανός, 2024

Θεόδωρος Γρηγοριάδης, Ελσίνκι, εκδόσεις Πατάκη, 2024

Κατερίνα Δασκαλάκη, Του λόγου το (αν)αληθές, εκδόσεις Στίξις, 2024

Κωνσταντίνος Σκιπητάρης, Οι σιαμαίες, αυτοέκδοση, 2024

Μιχάλης Μακρόπουλος, Μαργαρίτα Ιορδανίδη, εκδόσεις Κίχλη, 2024

Σπύρος Κανιούρας, Πέτρες, εκδόσεις Κουκκίδα, 2024

Βασίλης Χουλιαράς, Πέρα από την άκρη του κόσμου, εκδόσεις Ενύπνιο, 2024

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2024

Τα 100 καλύτερα λογοτεχνικά βιβλία του 2024 της Bookpress

    

12 Δεκεμβρίου 2024

Γράφουν οι Κώστας Αγοραστός,  Διονύσης Μαρίνος*



Ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης με το μυθιστόρημά του Ελσίνκι (εκδ. Πατάκη), μας έδωσε όχι μόνο ένα από τα καλύτερα βιβλία της χρονιάς αλλά και ένα κομβικό βιβλίο στην προσωπική του συγγραφική διαδρομή.

Η αφήγηση «τρέχει» σε δύο χρόνους και ξετυλίγει τόσο τη διαδρομή των μεταναστών από τα βάθη της Ασίας (ιρακινό Κουρδιστάν) προς τις χώρες της βόρειας Ευρώπης όσο και την προσωπική ιστορία του Αβίρ με τον Αντώνη. Οι τροχιές της ζωής των δύο αντρών εφάπτονται σε ένα σημείο (στην Αθήνα) για να συνεχίσει η καθεμιά τους την πορεία της.

Έγραψε ο Γιώργος Ν. Περαντωνάκης: «Οι δύο άξονες που τέμνονται μεταξύ τους εγκάρσια, αυτός της μετανάστευσης κι αυτός της ανομολόγητης σχέσης, αναδεικνύουν ζητήματα ταυτότητας, η οποία αναγκάζεται να κρύβεται. Ο Αβίρ δεν αποκαλύπτει στις φινλανδικές αρχές ότι είναι Κούρδος, ούτε ότι έχει και ιρακινό διαβατήριο, ώστε να μπορεί με αυτό να επισκέπτεται τους δικούς του, κι αντίστοιχα κρύβει από όλους –κι από τη γυναίκα του, όταν παντρεύεται– τη σχέση του με τον Αντώνη».

Και ο Διονύσης Μαρίνος σημείωσε: «Κάπου στο βάθος σκηνές από την ταινία του Φασμπίντερ «Ο φόβος τρώει τα σωθικά» και το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Ζαν Ζενέ Αιχμάλωτος του έρωτα, δείχνουν να αποτελούν σημαντικές εμπνεύσεις για τον Γρηγοριάδη. Το αποτέλεσμα είναι κάτι περισσότερο από δυνατό: είναι ολότελα ανθρώπινο».



Κριτική της Γιούλη Τσακάλου για το Ελσίνκι


 

Το μυθιστόρημα Ελσίνκι του Θοδωρή Γρηγοριάδη, από τις εκδόσεις Πατάκη, είναι μια συγκλονιστική, πολυδιάστατη αφήγηση που μιλά για τη μετανάστευση, την αναζήτηση ταυτότητας, τη διαφορετικότητα και τις δύσκολες επιλογές που καλούνται να κάνουν οι άνθρωποι που ζουν μεταξύ δύο κόσμων.

Η ιστορία του Αβίρ, ενός Ιρακινού πρόσφυγα που αναζητά καταφύγιο στη Φινλανδία, ενσωματώνει τις θεματικές του ξεριζωμού και της αναζήτησης του “σπιτιού” σε έναν κόσμο που συνεχώς αλλάζει και εξελίσσεται.

Η αφήγηση ξεκινά με τον Αβίρ να περιμένει την άφιξη του αγαπημένου του φίλου Αντώνη στο Ελσίνκι. Ο Αντώνης, που έρχεται από την Ελλάδα, είναι ο άνθρωπος που ο Αβίρ θεωρεί ως τον μοναδικό σύνδεσμο με την πατρίδα του και με μια ζωή που, πλέον, μοιάζει μακρινή και απρόσιτη. Ο Αβίρ έχει περάσει δύσκολες καταστάσεις και έχει υποστεί το βάρος της προσφυγιάς. Από το Ιράκ στην Ελλάδα και από εκεί στη Φινλανδία, οι περιπέτειες του έχουν καθορίσει τη ζωή του, αναγκάζοντάς τον να προσαρμοστεί σε νέα περιβάλλοντα και να αντιμετωπίσει τις συνεχείς προκλήσεις της αλλοτρίωσης και του ανήκειν.

Η ιστορία του Αβίρ δεν είναι απλά μια ατομική πορεία, αλλά μια αναπαράσταση της συνθήκης των προσφύγων και των μεταναστών στον σύγχρονο κόσμο. Οι χαρακτήρες του βιβλίου παλεύουν με τις αντιφάσεις που δημιουργεί η απόσταση από την πατρίδα, ενώ παράλληλα προσπαθούν να χτίσουν νέες σχέσεις και να ενσωματωθούν σε κοινωνίες που πολλές φορές τους βλέπουν με σκεπτικισμό ή και εχθρότητα. Η φιλία του Αβίρ με τον Αντώνη, έναν άνθρωπο που προέρχεται από μια εντελώς διαφορετική κουλτούρα, είναι ορατή ως ο πυρήνας της ανθρώπινης ανάγκης για επικοινωνία και αλληλοκατανόηση.

Η Φινλανδία, και ιδιαίτερα το Ελσίνκι, λειτουργεί ως το σκηνικό για τη σύγκρουση αυτών των διαφορετικών κόσμων. Αν και ο Αβίρ έχει βρει εκεί ένα νέο καταφύγιο, η αίσθηση του ανήκειν παραμένει ασταθής και αμφισβητούμενη. Η χώρα αυτή δεν είναι το ιδανικό καταφύγιο που είχε ονειρευτεί, και η απογοήτευση που νιώθει μπροστά στις δύσκολες πραγματικότητες της μετανάστευσης αποτυπώνεται με έντονη συναισθηματική φόρτιση.

Ο συγγραφέας, Θοδωρής Γρηγοριάδης, συνδυάζει τον λυρισμό με την κοινωνική κριτική, δημιουργώντας ένα μυθιστόρημα που εστιάζει στον εσωτερικό κόσμο των χαρακτήρων, αλλά ταυτόχρονα σχολιάζει τη σύγχρονη κοινωνία. Ο Γρηγοριάδης αναδεικνύει την πολυπλοκότητα της μετανάστευσης και του ξεριζωμού, χωρίς να προσφέρει εύκολες λύσεις ή να καταφεύγει σε στερεότυπα. Αντίθετα, θέτει ερωτήματα για την έννοια της πατρίδας, της οικογένειας και της ταυτότητας στον σύγχρονο κόσμο, δίνοντας στους αναγνώστες τη δυνατότητα να αναστοχαστούν πάνω στην έννοια του ανήκειν και της αποδοχής.


Η γραφή του Γρηγοριάδη είναι ακριβής και διεισδυτική, με σφιχτές περιγραφές και εξαιρετική παρατήρηση των ανθρώπινων συναισθημάτων. Η ρεαλιστική αναπαράσταση των συναισθημάτων του Αβίρ, της Εβίν και των υπόλοιπων χαρακτήρων, καθώς και η ισχυρή αφήγηση των εμπειριών τους από την περιπλάνηση σε διάφορες χώρες, δημιουργούν μια ατμόσφαιρα που κρατά τον αναγνώστη σε εγρήγορση. Το μυθιστόρημα, αν και πολιτικό και κοινωνικό, διαπνέεται από μια βαθιά ανθρώπινη διάσταση, θέτοντας τα ερωτήματα της αγάπης, της συντροφικότητας και της ελπίδας στον σύγχρονο κόσμο.

Το Ελσίνκι είναι, τελικά, μια ισχυρή μαρτυρία για τον αγώνα των ανθρώπων που προσπαθούν να βρουν το «σπίτι» τους σε έναν κόσμο που συνεχώς μεταβάλλεται. Με την ωριμότητα και την ευαισθησία του συγγραφέα, το βιβλίο αποτυπώνει την πολυπλοκότητα της σύγχρονης προσφυγιάς, ενώ αναδεικνύει τις διαρκείς αναζητήσεις και τις θυσίες που απαιτούνται για την αναγνώριση του εαυτού και του άλλου.


 Ελεύθερος Τύπος. 2/12/2024


Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2024

***Ανασκόπηση 2024*** 3η ανασκόπηση *** ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ σε Ραδιόφωνο, Τηλεόραση.



  Στην *Τηλεόραση*: --Στο Κανάλι της Βουλής η Σταυρούλα Παπασπύρου μίλησε για το βιβλίο στο "Βιβλιοβούλιο". 

Στο *Ραδιόφωνο* μιλήσαμε από Κομοτηνή μέχρι Κύπρο! Εδώ είμαστε:

--Συζήτηση με την Αναστασία Γρηγοριάδου. 4 Νοεμβρίου  στην εκπομπή "καλημέρα" στον 9,58fm της ΕΡΤ3. Διαδικτυακή ακρόαση: https://www.ertecho.gr/radio/958fm/

--Με την Μαρκέλλα Μικέλη, στο Ράδιο Ε103 Σερρών και στην εκπομπή Αρχίζουν από "Ε: https://www.youtube.com/watch?v=KsyVUVHzRgI

--Στην ΕΡΤ Κομοτηνής με την Rena Samara-maina.

-- Με τον ραδιοφωνικό παραγωγό Dimitri G στην εκπομπή PRIMETIME (16:00-19:00) στον ΠΟΛΙΤΗ 107,6 & 97,6 της Κύπρου.

--Με τον Κωνσταντίνο Μοστράτο στον Αθήνα 9.84. "Αθήνα το φελέκι σου".

--στο ΔΕΥΤΕΡΟ πρόγραμμα με την Λίνα Νικολακοπούλου και την Αλεξάνδρα Χριστακάκη "Με τα πόδια μέχρι την αλήθεια".

--Στο Δεύτερο Πρόγραμμα στην εκπομπή 'Σε πρώτο πρόσωπο' που επιμελείται ο Δημήτρης Μεϊδάνης.

--Με την Maria Samolada τον Ιούνιο.  στο City 106.1 Θεσσαλονίκης.

Τα καλύτερα κουίρ βιβλία του 2024

Γράφει η Φανή Χατζή Στον αντίστοιχο περσινό απολογισμό είχαμε σημειώσει ότι το 2023 ήταν μια χρονιά ηχηρής παρουσίας της κουίρ λογοτεχνίας, ...