«Ελσίνκι» του Θεόδωρου Γρηγοριάδη (κριτική) – Μια αγάπη κόντρα σε όλους και σε όλα
Για το μυθιστόρημα του Θεόδωρου Γρηγοριάδη «Ελσίνκι» (εκδ. Πατάκη), ιστορία έρωτα και αγάπης ανάμεσα σε έναν Έλληνα συγγραφέα και έναν Κούρδο μετανάστη.
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Πώς να είναι, άραγε, η αληθινή αγάπη; Να εξαρτάται από την καθημερινή συνάφεια; Να χρειάζεται την ύπαρξη μιας απτικής σχέσης; Να πρέπει να έχει συνέχεια μπροστά της το έτερο αγαπητικό μέλος ώστε η μορφή του να την κατακλύζει ολοπόρφυρη;
Στο μυθιστόρημα του Θεόδωρου Γρηγοριάδη Ελσίνκι (εκδ. Πατάκη) αυτή η αγάπη, αυτή η παράξενη αγάπη (μου έρχεται στο μυαλό, αίφνης, το «Τhis love» του Craig Armstrong με τη μελίρρυτη φωνή της Ελίζαμπεθ Φρέιζερ) μπορεί να ανθίσει κόντρα σε κάθε νόμο, κάθε σύνορο, κάθε κοινωνική σύμβαση και κάθε φυλή.
Είναι η ιστορία της άδολης αγάπης ανάμεσα στον Έλληνα συγγραφέα Αντώνη και τον (κατά πολύ νεότερό του) Κούρδο μετανάσταση Αβίρ. Επί τρία χρόνια αυτοί οι δύο άνθρωπoι θα ζήσουν κάτω από την ίδια στέγη, στο σπίτι του Αντώνη στη Νέα Σμύρνη.
Θα μοιραστούν το ίδιο κρεβάτι, θα έρθουν κοντά, θα αντιπαλέψουν τις κοινωνικές συνθήκες της Ελλάδας (έχει ενσκύψει ήδη η οικονομική κρίση), αλλά και το γεγονός ότι ο Αβίρ δεν μπορεί να παραμείνει για πολύ στην χώρα μας.
Σαν στοπ καρέ
Η ιστορία κινείται μπρος πίσω, σαν τα στοπ καρέ μιας σχέσης που δεν χρειάζεται τελείες, καθώς δεν τελειώνει ποτέ. Σε αντίθεση με τις δραματικές συνθήκες που βιώνει ο Αβίρ και στη συνέχεια η οικογένειά του που τον αναγκάζουν κάθε φορά να ξεκινάει από την αρχή σε ένα ατελεύτητο ταξίδι στο πουθενά.
Από το 2000, οπότε και πρωτοήρθε στην Ελλάδα, πηγαίνουμε στο 2009 με τον Αβίρ να βρίσκεται στο Τούρκου της Φινλανδίας όπου αιτείται άσυλο. Φτάνουμε έως το 2021 που ξαφνικά χάνεται από προσώπου γης αφού προηγουμένως έχει εκμηστηρευτεί στον Αντώνη ότι προτίθεται να χωρίσει με τη γυναίκα του.
Ο Αβίρ είναι ένας αναγκαστικός πλάνης αυτού του κόσμου, όπως κάμποσοι άλλοι πρόσφυγες και μετανάστες που φεύγοντας από την πατρίδα τους αναζητούν απεγνωσμένα μια ευρωπαϊκή Ιθάκη, την οποία, τελικά, μόνο λίγοι πλησιάζουν και κάμποσοι άλλοι πνίγονται, πέφτουν θύματα διακινητών, καταλήγουν στο πάτο της κοινωνίας ή περιφέρουν τα ράκη τους από χώρα σε χώρα, ολότελα ανεπιθύμητοι της αδιάφορης και εν πολλοίς φοβικής Ευρώπης.
Στο ενδιάμεσο έχουμε την επανένωση των δύο ανδρών, όταν ο Αντώνης επισκέπετεται τον Αβίρ το 2018 στη Φινλανδία. Όμως, πολλά πράγματα έχουν αλλάξει. Ο Αβίρ είναι, πλέον, παντρεμένος με την Εβίν, έστω και αν όλα διευθετήθηκαν με συνοικέσιο, και οικογενειάρχης.
Αν χάθηκε η αγάπη των δύο ανδρών; Ποτέ, έστω κι αν χρειάστηκε να καλυφθεί κάτω από στρώματα υπανιγμών για να μην γίνουν αντιληπτοί. Όλο αυτό το διάστημα που είναι μακριά επικοινωνούν μέσω του messenger (ακόμη και τα «τσαλακωμένα» greeklish του Αβίρ βγάζουν μια θέρμη λατρείας προς τον Αντώνη που τον βοήθησε να ορθοποδήσει και του έδειξε το δρόμο της συντροφικότητας).
Τεχνικά, ο Γρηγοριάδης επιλέγει δύο φωνές να προχωρήσουν την ιστορία. Μια τριτοπρόσωπη αφήγηση όταν αναφέρεται στις περιπέτειες του Αβίρ και της οικογένειάς του και μια πρωτοπρόσωπη όταν μιλάει ο Αντώνης.
Το μυθιστόρημα είναι χωρισμένο σε μικρά κυρίως κεφάλαια που λειτουργούν ως ημερολόγιο μιας πορείας με πολλές αλλαγές πλεύσης, συναισθηματικές επανατοποθετήσεις και γεωγραφικές μετατοπίσεις. Από την Καλάρ στην Ελλάδα κι από τη Φινλανδία στην Ανδριανούπολη.
Γλωσσικά ο Γρηγοριάδης υφαίνει μια αφήγηση σχεδόν επίπεδη και ουδέτερη (ορθή σκέψη) με μικρές εκλάψεις που προέρχονται από τις συνομιλίες των δύο ανδρών που κάποιες φορές γίνονται πιο θερμές όταν ο ένας απευθύνεται στον άλλον ονομάζοντάς τον «αγάπη μου». Η στιγμή που το κείμενο αποκτάει μεγαλύτερη θέρμη είναι στο τελευταίο κεφάλαιο, εκεί που ο συγγραφέας αναφέρει πότε και κάτω από ποιες συνθήκες γράφτηκε το μυθιστόρημα, ενώ συμπληρώνει την αφήγηση με ένα κομμάτι (αισθαντικό, αναμφίβολα) για το οποίο δεν ήταν σίγουρος αν θα έπρεπε να το εντάξει στο βιβλίο.
Επίσης, το μυθιστόρημα δεν διστάζει να αναφερθεί στη γενικότερη κατάσταση που επικρατεί την περίοδο που αναπτύσσεται η πλοκή. Η οικονομική κρίση με τα επιχειρά της, η πανδημία, τα κλειστά σύνορα και η άνοδος της Χρυσής Αυγής είναι μερικά από τα γεγονότα που χρωματίζουν το βιβλίο.
Το χρονικό μιας αγάπης
Προφανώς και το ζητούμενο δεν είναι να στηλιτεύσει αυτή την κατάσταση ούτε και να εμφανιστεί το βιβλίο ως προγραμματικά πολιτικό. Είναι φανερό πως η πρόθεση του Γρηγοριάδη είναι να εμφανίσει το χρονικό μιας αγάπης που πάλεψε έως το τέλος κόντρα σε όλους και σε όλα.
Είναι, άραγε, ο Αντώνης το alter ego του συγγραφέα; Υπό συνθήκες αυτό δεν θα χρειαζόταν να μας αφορά. Εντούτοις, στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με έναν καταξιωμένο μυθιστοριογράφο της χώρα μας που δεν κρύβεται πίσω από τις λέξεις, δεν αναζητεί παράπλευρες έννοιες για να περιγράψει ένα αίσθημα και δεν επιδιώκει να αντικειμενικοποιήσει το θέμα του.
Η παλλόμενη καρδιά του βιβλίου
Αντιθέτως, θέτει τον εαυτό του (άμεσα ή έμμεσα) στην καρδιά του βιβλίου. Μόνο που αυτή η καρδιά χτυπάει ρυθμικά. Από την αρχή της μετανάστευσης η ελληνική λογοτεχνία προσπάθησε να προσεγγίσει το θέμα άλλοτε με ρεπορταζιακό μάτι, άλλοτε με επιφανειακό τρόπο κι άλλοτε με καταγγελτικό. Είναι από τις λίγες φορές που έχουμε μια ανθρώπινη ιστορία που δεν επιδιώκει να φωνάξει, αλλά να απευθυνθεί στον αναγνώστη με σιγανό τρόπο.
Το Ελσίνκι μπορεί να συνομιλήσει με το εξαίρετο μυθιστόρημα του Πάνου Καρνέζη Είμαστε πλασμένοι από χώμα (εκδ. Πατάκη), το οποίο, επίσης, έχει να κάνει με το προσφυγικό από την καθαρά ανθρώπινη πλευρά του. Όσο για τον Γρηγοριάδη, προπλάσμα του νέου του μυθιστορήματος βρίσκουμε σίγουρα στις συλλογές διηημάτων του Η νοσταλγία της απώλειας (εκδ. Πατάκη) και Γιατί πρόδωσα την πατρίδα μου (εκδ. Πατάκη). Κάτι που σημαίνει πως τούτο το βιβλίο στροφογύριζε στο μυαλό του εδώ και καιρό και, ίσως, περίμενε να ωριμάσουν οι συνθήκες για να το γράψει με τον σωστό τόνο. Όπως και συνέβη.
Κάπου στο βάθος σκηνές από την ταινία του Φασμπίντερ «Ο φόβος τρώει τα σωθικά» και το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Ζαν Ζενέ Αιχμάλωτος του έρωτα, δείχνουν να αποτελούν σημαντικές εμπνεύσεις για τον Γρηγοριάδη. Το αποτέλεσμα είναι κάτι περισσότερο από δυνατό: είναι ολότελα ανθρώπινο.
Η κατακλείδα του βιβλίου δεν αφήνει περιθώρια για άλλες σκέψεις.: «Είμαι περήφανος για όσα προλάβαμε να ζήσουμε, για την αγάπη δεν πρέπει να μετανιώνεις».
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Παρακολουθούσα καθημερινά τη ζωή του μέσα από τα μηνύματά του, την αγωνία του να είναι καλά με την οικογένειά του αλλά και μαζί μου. Κάποια διαστήματα τον έχανα από το διαδίκτυο. Στην Καλάρ δεν έτρεχε με υψηλές ταχύτητες ο ψηφιακός κόσμος. Όταν τον πετύχαινα για λίγο μόνο, ανάμεσα στη μεγάλη, θορυβώδη οικογένεια, προσέχαμε τα λόγια μας, ποτέ δεν ήξερες ποια πόρτα θα άνοιγε αλλά και τι θα καταλάβαιναν απ’ όσα, κυρίως πρακτικά, ζητήματα αναφέραμε. Δεχόταν έντονη πίεση να μην ξαναγυρίσει στη Φινλανδία, γιατί ανησυχούσαν μήπως παραμείνει εκεί» (σελ. 134).
Βιογραφικό του συγγραφέα
Ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης γεννήθηκε στο Παλαιοχώρι Παγγαίου Καβάλας το 1956. Έχει γράψει δώδεκα µυθιστορήµατα, τέσσερις συλλογές διηγηµάτων, µία νουβέλα, ένα αφήγηµα και έναν σκηνικό µονόλογο. Η Ζωή µεθόρια τιµήθηκε µε το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήµατος 2016. Το Τραγούδι του πατέρα βραβεύτηκε το 2019 µε το Βραβείο «Νίκος Θέµελης» του λογοτεχνικού περιοδικού Ο αναγνώστης και η Νοσταλγία της απώλειας µε το Βραβείο Διηγήµατος του ίδιου περιοδικού το 2023. Το µυθιστόρηµα Αλούζα, χίλιοι και ένας εραστές µεταφράστηκε στα αραβικά (2017), η συλλογή διηγηµάτων Γιατί πρόδωσα την πατρίδα µου στα δανέζικα (2021) και η συλλογή διηγηµάτων Η νοσταλγία της απώλειας στα γαλλικά (2024).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου