Και ανάμεσά τους:
"....το αφήγημα του Θεόδωρου Γρηγοριάδη Το τραγούδι του πατέρα (εκδ. Πατάκη), απ’ όπου και το απόσπασμα που ακολουθεί:
«Στις παρέες όλοι του φώναζαν “Λεωνίδα, την κιθάρα! Άσε τα δισκάκια. Πες κάνα σπανιόλικο!”.
Έτσι κι εκείνος ξανάπαιρνε την κιθάρα –στο μεταξύ είχε αλλάξει δύο ως τότε–, την κούρδιζε λίγο και ξεκίναγε να παίζει. Στα ισπανικά τραγουδούσε μόνος του, στα ελληνικά τον συνόδευε κι η μάνα μου με μια φωνή που λες και με τα χρόνια γινόταν πιο διαυγής και δυνατή.
“Α, βρε Λεωνίδα, θυμάσαι τα γλέντια μας τότε” λέγανε.
“Τι έγινε ο Παντελής, πού βρίσκεται τώρα;”
Γιατί, δεκαετία του ’70, το τρίο τους δεν υπήρχε πια, ήταν οι δύο, ντουέτο».
Έτσι κι εκείνος ξανάπαιρνε την κιθάρα –στο μεταξύ είχε αλλάξει δύο ως τότε–, την κούρδιζε λίγο και ξεκίναγε να παίζει. Στα ισπανικά τραγουδούσε μόνος του, στα ελληνικά τον συνόδευε κι η μάνα μου με μια φωνή που λες και με τα χρόνια γινόταν πιο διαυγής και δυνατή.
“Α, βρε Λεωνίδα, θυμάσαι τα γλέντια μας τότε” λέγανε.
“Τι έγινε ο Παντελής, πού βρίσκεται τώρα;”
Γιατί, δεκαετία του ’70, το τρίο τους δεν υπήρχε πια, ήταν οι δύο, ντουέτο».

«Το παλιό τουρκόσπιτο με την ανοιχτή ξύλινη σάλα, τρία δωμάτια γωνιακά –όλα επάνω–, κάτω η αποθήκη, γεμάτη δεμάτια καπνά, έτοιμα να εκτιμηθούν και να πουληθούν. Η ξύλινη σάλα, την προτίμησαν λόγω καιρού, ήταν αργά φθινόπωρο, δε βάσταγε γερά όμως, τόσα χρόνια πατημένη, τόσα βάρη, ζωντανών και πεθαμένων. Βούλιαξε πάνω σε ένα ομαδικό χορευτικό, λέγανε ότι το σόι της νύφης ήταν πολύ χορευταράδες, χοροπηδηχτάδες.
Τσακίστηκαν οι παλιοσανίδες, οι καλεσμένοι βρέθηκαν κάτω στο χαγιάτι, σωριάστηκαν στην αποθήκη ανάμεσα στα τσουβάλια και τα δέματα.
Η νύφη τραυματίστηκε σοβαρά, τα μαλλιά της μπλέχτηκαν σε κάτι σύρματα και τσιγκέλια κι έχασε μια πολύτιμη μπούκλα, αναβλήθηκε ο γάμος! Στράβωσαν χέρια, πληγώθηκαν μπούτια, μάτωσαν μάγουλα, φήμες και για χειρότερες βλάβες ακούστηκαν καθώς μπλέχτηκαν ανθρώπινα μέλη με αγροτικά εργαλεία».
Τσακίστηκαν οι παλιοσανίδες, οι καλεσμένοι βρέθηκαν κάτω στο χαγιάτι, σωριάστηκαν στην αποθήκη ανάμεσα στα τσουβάλια και τα δέματα.
Η νύφη τραυματίστηκε σοβαρά, τα μαλλιά της μπλέχτηκαν σε κάτι σύρματα και τσιγκέλια κι έχασε μια πολύτιμη μπούκλα, αναβλήθηκε ο γάμος! Στράβωσαν χέρια, πληγώθηκαν μπούτια, μάτωσαν μάγουλα, φήμες και για χειρότερες βλάβες ακούστηκαν καθώς μπλέχτηκαν ανθρώπινα μέλη με αγροτικά εργαλεία».
Ο Θοδωρής Γρηγοριάδης, σ’ αυτό το αφήγημα εστιάζει στα χρόνια, όπου ο πατέρας του πλησίασε τόσο κοντά στο όνειρό του αλλά δεν τόλμησε να το διεκδικήσει από τη ζωή, στη φιλία του με τα υπόλοιπα δύο μέλη της παρέας, καθώς και σ’ εκείνο το ταξίδι στο Μπουένος Άιρες που, αν πραγματοποιούνταν, ίσως και να τους άλλαζε τη ζωή. Ο Λεωνίδας Γρηγοριάδης έζησε το όνειρό του όσο του το επέτρεπε ο βίος του στην επαρχία και ο Θοδωρής, με αυτό το συγκινητικό αφήγημα, το φώτισε και το έστειλε στο μέλλον.
«Πολλά χρόνια μετά, γερασμένος, καταβεβλημένος, θα με κοίταζε με το ίδιο ύφος λέγοντάς μου “Πότε πέρασαν τόσα χρόνια, Θόδωρε; Λες και ήταν χθες που ήμουνα παλικάρι. Πώς έγινα έτσι;”».https://www.bookpress.gr/stiles/imerologia/ianouarios-2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου